Περί το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. ο Αγιάδης Αναξανδρίδας, ένας από τους δύο Σπαρτιάτες
βασιλείς, δυσκολευόταν να αποκτήσει τέκνα από την πρώτη σύζυγο του.
Οι Σπαρτιάτες έφοροι του επέβαλλαν να λάβει και δεύτερη σύζυγο προκειμένου να
αποκτήσει
διάδοχο. Από τη δεύτερη γυναίκα του ο Αναξανδρίδας απέκτησε τον Κλεομένη, ο οποίος
έμελε να εξελιχθεί σε έναν από τους ικανότερους Σπαρτιάτες βασιλείς. Ωστόσο, λίγο μετά τη
Παρότι ο Δωριέας προερχόταν από την πρώτη σύζυγο, ο Κλεομένης διαδέχθηκε τον
Αναξανδρίδα ως πρωτότοκος. Ο Δωριέας, χολωμένος από την ανάληψη της εξουσίας από
Αναξανδρίδα ως πρωτότοκος. Ο Δωριέας, χολωμένος από την ανάληψη της εξουσίας από
τον Κλεομένη, οργάνωσε αποικιστική αποστολή προκειμένου να εγκαταλείψει για πάντα τη
Οι άνδρες που τον ακολούθησαν αναφέρονται ως «Λακεδαιμόνιοι» και φαίνεται ότι
περιελάμβαναν ελάχιστους Σπαρτιάτες πολίτες («ομοίους»). Όσοι «όμοιοι» τον ακολούθησαν
θα ήταν προσωπικοί φίλοι του, μέλη της πολιτικής φατρίας του. Οι περισσότεροι άνδρες του
προέρχονταν από άλλες κατηγορίες Λακεδαιμονίων, κυρίως από υπομείονες (έκπτωτους
πολίτες, που μόλις είχαν αρχίσει να αυξάνονται), περιοίκους καθώς και από Πελοποννησίους
συμμάχους.
Η ΚΥΡΉΝΗ |
Ένα τμήμα της Λιβύης, η Κυρηναϊκή, είχε ήδη αποικισθεί από αποίκους Λακεδαιμονίων.
Οι Κυρηναίοιπροέρχονταν από τη νήσο Θήρα, μία λακωνική αποικία. Επιπρόσθετα, κοντά
στον Κίνυπα υπήρχε η πόλη Οία, αναφερόμενη αργότερα ως καρχηδονιακή αποικία.
Ωστόσο η ονομασία της ανήκει σε μία θηραϊκή πόλη και επομένως ίσως ιδρύθηκε από
Θηραίους ή Κυρηναίους αποίκους.
Η Οία ευρισκόταν στην σημερινή Τρίπολη και υπάρχει ποταμός που (πιθανά) είναι ο Κίνυπας |
Πιθανώς οι Καρχηδόνιοι εκδίωξαν αργότερα τους Έλληνες αποίκους της λιβυκής Οίας,
αποικίζοντας την με Φοίνικες και άλλους . Οι Κυρηναίοι υποστήριξαν την αποικιστική
εκστρατεία του Δωριέα στη Λιβύη για λόγους επιβίωσης.
Τη συγκεκριμένη εποχή βρίσκονταν ανάμεσα σε δύο «πυρά». Στα ανατολικά τους, οι
Πέρσες του βασιλιά Καμβύση είχαν κατακτήσει την Αίγυπτο απειλώντας τους άμεσα.
Στα δυτικά, οι Καρχηδόνιοι (ίδρυση Καρχηδόνας 814 πΧ κατά Σερζ Λανσέλ )επεκτείνονταν
διαρκώς πλησιάζοντας επικίνδυνα τα κυρηναϊκά σύνορα.
Οι Κυρηναίοι, που είχαν συμπληρώσει μόλις έναν αιώνα στην περιοχή,(631 π.Χ.) κινδύνευαν
να συνθλίβουν και πιθανώς να εκδιωχθούν πάλι προς την Ελλάδα. Λαμβάνοντας υπόψη ότι
η αποστολή του Δωριέα οργανώθηκε από το επίσημο σπαρτιατικό κράτος, πιθανώς
αποτελούσε μέτρο το οποίο έλαβε η Σπάρτη για τη σωτηρία της αποικίας της, Κυρήνης.
Ήταν επόμενο να δράσει για τη σωτηρία της τελευταίας, ειδικά σε μια εποχή που ο
Ελληνισμός κινδύνευε από την επέκταση των εχθρών του από την Ανατολή (Πέρσες και
Συροφοίνικες) και τη Δύση (Καρχηδόνιοι και Ετρούσκοι). Οι Κυρηναίοι θα ήταν ευτυχείς
από την ίδρυση μιας «δίδυμης» δωρικής αποικίας στον Κίνυπα η οποία θα ενίσχυε
υπέρμετρα το ελληνικό στοιχείο στη Λιβύη.
Η σπαρτιατική αποστολή οδηγήθηκε αρχικά από Θηραίους ναυτικούς έως την Κυρήνη
(515/4 π.Χ.). Εκεί ο Δωριέας συνάντησε τον εξόριστο Φίλιππο από τον Κρότωνα της
Κάτω Ιταλίας, τον οποίο ενσωμάτωσε μαζί με τους συντρόφους του στη δύναμη του.
Οι Λακεδαιμόνιοι προχώρησαν με την κυρηναϊκή βοήθεια έως τη χώρα του Κίνυπα όπου
ίδρυσαν μια πόλη. Οι άποικοι αντιμετώπισαν από την αρχή τις επιθέσεις των ιθαγενών
Λιβύων. Η δε Καρχηδόνα θεωρούσε την περιοχή δική της σφαίρα αποικισμού και
ανησύχησε από την ίδρυση αποικίας της ισχυρής Σπάρτης κοντά στα σύνορα της.
Ο Έλληνες άποικοι κρατήθηκαν στην περιοχή περισσότερο από δύο χρόνια, αποκρούοντας
τις λιβυκές επιθέσεις (514-512/511 π.Χ.). Τελικά οι Καρχηδόνιοι ενώθηκαν με τους Λίβυες
και εκδίωξαν τους Λακεδαιμόνιους από τον Κίνυπα. Ο Δωριέας και οι άνδρες του
επέστρεψαν στη Σπάρτη, ωστόσο η αποικιστική εκστρατεία τους δεν ήταν μάταιη. Οι
Καρχηδόνιοι, οι οποίοι εποφθαλμιούσαν την Κυρηναϊκή, κατανόησαν ότι αν προωθούντο
πέρα από τον ποταμό Κίνυπα, θα «πυροδοτούσαν» νέα σπαρτιατική ή άλλη ελληνική
εκστρατεία για την προστασία των Κυρηναίων.
Οι Καρχηδόνιοι είχαν ήδη δύο ανοικτά μέτωπα με τους Έλληνες στη Σικελία και την Ιβηρική
(εναντίον της Μασσαλίας) και δεν επιθυμούσαν το άνοιγμα τρίτου. Αργότερα συμφώνησαν
με τους Κυρηναίους στον καθορισμό των κοινών συνόρων τους στους Βωμούς των Φιλαίνων,
στον Κόλπο της Μεγάλης Σύρτεως. Κατά την ελληνιστική περίοδο, τα σύνορα της Κυρηναϊκής
επεκτάθηκαν εις βάρος της καρχηδονιακής επικράτειας, όταν οι Καρχηδόνιοι υποχώρησαν
μπροστά στο πανίσχυρο Πτολεμαϊκό βασίλειο στο οποίο είχαν ενσωματωθεί οι Κυρηναίοι.
Ο Δωριέας και οι άνδρες του οργάνωσαν νέα αποικιστική αποστολή στη Μεγάλη Ελλάδα με
στόλο πέντε τριήρων, από τις οποίες η μια ήταν κροτωνιατική. Η τελευταία ανήκε στον
Φίλιππο και τους άλλους εξόριστους Κροτωνιάτες, οι οποίοι ευελπιστούσαν να επιστρέψουν
στην πόλη τους. Το νέο στρατιωτικό σώμα του Δωριέα αποτελείτο επομένως από τα
πληρώματα πέντε τριήρων, (200χ5) δηλαδή 1.000 άνδρες: Λακεδαιμόνιους, άλλους
Πελοποννήσιους, Κροτωνιάτες, ενώ μια πηγή αναφέρει και 100 Αθηναίους ανάμεσα τους.
Το σώμα αποβιβάστηκε κατά το πιθανότερο στον Τάραντα, σπαρτιατική αποικία της Κάτω
Ιταλίας. Ο Δωριέας βάδισε στα δυτικά και βρήκε τους Κροτωνιάτες σε πόλεμο με τους πρώην
συμμάχους τους, Συβαρίτες. Ο Δωριέας επέλεξε να ενισχύσει τον Κρότωνα λόγω και της
παρουσίας του Φιλίππου στη δύναμη του. Οι Κροτωνιάτες και οι άνδρες του Δωριέα
κατέλαβαν και κατέστρεψαν τη Σύβαρι (511/510 π.Χ.) αλλά οι δεύτεροι δεν παρέμειναν
στην Ιταλία, ούτε καν οι Κροτωνιάτες εξόριστοι του Φιλίππου.
Φαίνεται ότι αντιμετώπισαν την εχθρότητα των Ιταλιωτών Ελλήνων, ανάμεσα τους και των
συμμάχων τους Κροτωνιατών. Κανείς από εκείνους, πιθανώς ούτε οι Ταραντίνοι, δεν
επιθυμούσαν την ίδρυση μιας ισχυρής σπαρτιατικής αποικίας που θα αντικαθιστούσε
τη Σύβαρι, συνιστώντας απειλή για την ευημερία τους.
Οι πολυπλάνητοι Έλληνες του Δωριέα έπλευσαν ή βάδισαν κατά μήκος της βόρειας ακτής
της Σικελίας, καταλήγοντας στο βορειοδυτικό άκρο της, στην περιοχή του όρους Έρυκος.
Εκεί ίδρυσαν την Ηράκλεια. Η νέα πόλη ήταν απομονωμένη από τις άλλες ελληνικές
σικελιωτικές περιοχές, περιβαλλόμενη από τα εδάφη των Καρχηδονίων και των Ελύμων
(γηγενών(;) της Σικελίας), ωστόσο άνθησε και ισχυροποιήθηκε γρήγορα σε δύο ή τρία χρόνια.
Οι Καρχηδόνιοι θορυβήθηκαν από τη νέα ελληνική εγκατάσταση στη βορειοδυτική Σικελία η
οποία ανήκε στη σφαίρα επιρροής τους, περισσότερο από το ότι ιδρύθηκε από τους
Λακεδαιμόνιους του Δωριέα, «γνώριμους» τους από τον Κίνυπα. Έστειλαν ένα εκστρατευτικό
σώμα το οποίο ενώθηκε με τις δυνάμεις των Καρχηδονίων (Σικελοφοινίκων) και των Ελύμων,
συντρίβοντας τελικά τις περιορισμένες δυνάμεις του Δωριέα (508/7 π.Χ.).
Ο Σπαρτιάτης ηγέτης και οι τρεις από τους τέσσερις υπαρχηγούς του, συμπεριλαμβανομένου
του Φιλίππου του Κροτωνιάτη, σκοτώθηκαν. Ειδικά οι Εγεσταίοι Έλυμοι εντυπωσιάστηκαν
από τη μαχητικότητα του Φιλίππου και του απέδωσαν τιμές ήρωα. Η Ηράκλεια καταστράφηκε
από τους Καρχηδονίους και οι επιζώντες κάτοικοι της κατέφυγαν στη χώρα του Σελινούντα.
Ο μόνος επιζών υπαρχηγός του Δωριέα ήταν ο Ευρυλέων ο οποίος κατέλαβε τη Σελινούντια
αποικία Μινώα, μετονομάζοντας την σε Ηράκλεια (Μινώα). Ο Ευρυλέων επιτέθηκε στον
Σελινούντα και ανέτρεψε τον τύραννο του, Πυθαγόρα. Όμως έγινε ο ίδιος τύραννος της πόλης,
σκοπεύοντας ίσως να συνεχίσει τον πόλεμο εναντίον των Καρχηδονίων.
Οι Σελινούντιοι τον ανέτρεψαν σύντομα και τον φόνευσαν στην Αγορά της πόλης.
Το 489/8 π.Χ. πέθανε στη Σπάρτη ο βασιλιάς Κλεομένης. Τον διαδέχθηκε ο νεότερος γιος
του Αναξανδρίδα, ο Λεωνίδας, που έμελλε να ηγηθεί των Σπαρτιατών στη μάχη των
Θερμοπυλών (480 π.Χ.) γράφοντας τη λαμπρότερη σελίδα της σπαρτιατικής Ιστορίας.
Ο Αναξανδρίδας ευτύχησε να αποκτήσει τρεις ικανότατους γιους, καθένας από τους
οποίους έγραψε τη δική του ιστορία.
Ο Δωριέας μπορεί να μην είναι τόσο γνωστός όσο οι δύο ένδοξοι αδελφοί του, ωστόσο η
ανεξάντλητη ενεργητικότητα και η ακλόνητη επιμονή του να αποκτήσει μια νέα πατρίδα,
μακριά από τη Σπάρτη που τόσο τον λύπησε, καταδεικνύουν μια ισχυρή προσωπικότητα.
Αν είχε παραμείνει στη Σπάρτη, θα είχε σίγουρα διαδεχθεί τον Κλεομένη και πιθανώς θα
ήταν εκείνος ο οποίος θα αντιμετώπιζε τους Πέρσες στις Θερμοπύλες «κλέβοντας» την
αιώνια δόξα από τον Λεωνίδα, τον γνωστότερο Σπαρτιάτη όλων των εποχών.
ΗΡΟΔΟΤΟΥ ΑΝΑΦΟΡΑ
XLII. [1] ὁ μὲν δὴ Κλεομένης, ὡς λέγεται, ἦν τε οὐ φρενήρης ἀκρομανής τε, ὁ
δὲ Δωριεὺς ἦν τῶν ἡλίκων πάντων πρῶτος, εὖ τε ἐπίστατο κατ᾽ ἀνδραγαθίην
αὐτὸς σχήσων τὴν βασιληίην. [2] ὥστε ὦν οὕτω φρονέων, ἐπειδὴ ὅ τε
Ἀναξανδρίδης ἀπέθανε καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι χρεώμενοι τῷ νόμῳ ἐστήσαντο
βασιλέα τὸν πρεσβύτατον Κλεομένεα, ὁ Δωριεὺς δεινόν τε ποιεύμενος καὶ
οὐκ ἀξιῶν ὑπὸ Κλεομένεος βασιλεύεσθαι, αἰτήσας λεὼν Σπαρτιήτας ἦγε ἐς
ἀποικίην, οὔτε τῷ ἐν Δελφοῖσι χρηστηρίῳ χρησάμενος ἐς ἥντινα γῆν κτίσων ἴῃ,
οὔτε ποιήσας οὐδὲν τῶν νομιζομένων· οἷα δὲ βαρέως φέρων, ἀπίει ἐς τὴν
Λιβύην τὰ πλοῖα· κατηγέοντο δέ οἱ ἄνδρες Θηραῖοι. [3] ἀπικόμενος δὲ ἐς Λιβύην
οἴκισε χῶρον κάλλιστον τῶν Λιβύων παρὰ Κίνυπα ποταμόν. ἐξελασθεὶς δὲ
ἐνθεῦτεν τρίτῳ ἔτεϊ ὑπὸ Μακέων τε Λιβύων καὶ Καρχηδονίων ἀπίκετο ἐς
Πελοπόννησον.
XLIII. [1] ἐνθαῦτα δέ οἱ Ἀντιχάρης ἀνὴρ Ἐλεώνιος συνεβούλευσε ἐκ τῶν Λαΐου
χρησμῶν Ἡρακλείην τὴν ἐν Σικελίῃ κτίζειν, φὰς τὴν Ἔρυκος χώρην πᾶσαν εἶναι
Ἡρακλειδέων αὐτοῦ Ἡρακλέος κτησαμένου. ὁ δὲ ἀκούσας ταῦτα ἐς Δελφοὺς
οἴχετο χρησόμενος τῷ χρηστηρίῳ, εἰ αἱρέει ἐπ᾽ ἣν στέλλεται χώρην· ἡ δὲ
Πυθίη οἱ χρᾷ αἱρήσειν. παραλαβὼν δὲ Δωριεὺς τὸν στόλον τὸν καὶ ἐς Λιβύην
ἦγε, ἐκομίζετο παρὰ τὴν Ἰταλίην.
XLIV. [1] τὸν χρόνον δὲ τοῦτον, ὡς λέγουσι Συβαρῖται, σφέας τε αὐτοὺς καὶ
Τῆλυν τὸν ἑωυτῶν βασιλέα ἐπὶ Κρότωνα μέλλειν στρατεύεσθαι, τοὺς δὲ
Κροτωνιήτας περιδεέας γενομένους δεηθῆναι Δωριέος σφίσι τιμωρῆσαι
καὶ τυχεῖν δεηθέντας· συστρατεύεσθαί τε δὴ ἐπὶ Σύβαριν Δωριέα καὶ συνελεῖν
τὴν Σύβαριν. [2] ταῦτα μέν νυν Συβαρῖται λέγουσι ποιῆσαι Δωριέα τε καὶ
τοὺς μετ᾽ αὐτοῦ, Κροτωνιῆται δὲ οὐδένα σφίσι φασὶ ξεῖνον προσεπιλαβέσθαι
τοῦ πρὸς Συβαρίτας πολέμου εἰ μὴ Καλλίην τῶν Ἰαμιδέων μάντιν Ἠλεῖον μοῦνον,
καὶ τοῦτον τρόπῳ τοιῷδε· παρὰ Τήλυος τοῦ Συβαριτέων τυράννου ἀποδράντα
ἀπικέσθαι παρὰ σφέας, ἐπείτε οἱ τὰ ἱρὰ οὐ προεχώρεε χρηστὰ θυομένῳ ἐπὶ
Κρότωνα.
XLV. [1] ταῦτα δὲ οὗτοι λέγουσι. μαρτύρια δὲ τούτων ἑκάτεροι ἀποδεικνύουσι
τάδε, Συβαρῖται μὲν τέμενός τε καὶ νηὸν ἐόντα παρὰ τὸν ξηρὸν Κρᾶθιν, τὸν
ἱδρύσασθαι συνελόντα τὴν πόλιν Δωριέα λέγουσι Ἀθηναίῃ ἐπωνύμῳ Κραθίῃ·
τοῦτο δὲ αὐτοῦ Δωριέος τὸν θάνατον μαρτύριον μέγιστον ποιεῦνται, ὅτι παρὰ
τὰ μεμαντευμένα ποιέων διεφθάρη· εἰ γὰρ δὴ μὴ παρέπρηξε μηδέν, ἐπ᾽ ὁ δὲ
ἐστάλη ἐποίεε, εἷλε ἂν τὴν Ἐρυκίνην χώρην καὶ ἑλὼν κατέσχε, οὐδ᾽ ἂν αὐτός
τε καὶ ἡ στρατιὴ διεφθάρη. [2] οἱ δ᾽ αὖ Κροτωνιῆται ἀποδεικνῦσι Καλλίῃ μὲν
τῷ Ἠλείῳ ἐξαίρετα ἐν γῇ τῇ Κροτωνιήτιδι πολλὰ δοθέντα, τὰ καὶ ἐς ἐμὲ ἔτι
ἐνέμοντο οἱ Καλλίεω ἀπόγονοι, Δωριέι δὲ καὶ τοῖσι Δωριέος ἀπογόνοισι
οὐδέν. καίτοι εἰ συνεπελάβετό γε τοῦ Συβαριτικοῦ πολέμου Δωριεύς, δοθῆναι
ἄν οἱ πολλαπλήσια ἢ Καλλίῃ. ταῦτα μέν νυν ἑκάτεροι αὐτῶν μαρτύρια
ἀποφαίνονται, καὶ πάρεστι, ὁκοτέροισί τις πείθεται αὐτῶν, τούτοισι
προσχωρέειν.
XLVI. [1] συνέπλεον δὲ Δωριέι καὶ ἄλλοι συγκτίσται Σπαρτιητέων, Θεσσαλὸς
καὶ Παραιβάτης καὶ Κελέης καὶ Εὐρυλέων· οἳ ἐπείτε ἀπίκοντο παντὶ στόλῳ
ἐς τὴν Σικελίην, ἀπέθανον μάχῃ ἑσσωθέντες ὑπό τε Φοινίκων καὶ Ἐγεσταίων·
μοῦνος δὲ Εὐρυλέων τῶν συγκτιστέων περιεγένετο τούτου τοῦ πάθεος. [2]
συλλαβὼν δὲ οὗτος τῆς στρατιῆς τοὺς περιγενομένους ἔσχε Μινώην τὴν
Σελινουσίων ἀποικίην, καὶ συνελευθέρου Σελινουσίους τοῦ μουνάρχου
Πειθαγόρεω· μετὰ δὲ ὡς τοῦτον κατεῖλε, αὐτὸς τυραννίδι ἐπεχείρησε
Σελινοῦντος καὶ ἐμουνάρχησε χρόνον ἐπ᾽ ὀλίγον· οἱ γάρ μιν Σελινούσιοι
ἐπαναστάντες ἀπέκτειναν καταφυγόντα ἐπὶ Διὸς ἀγοραίου βωμόν.
XLVII. [1] συνέσπετο δὲ Δωριέι καὶ συναπέθανε Φίλιππος ὁ Βουτακίδεω
Κροτωνιήτης ἀνήρ, ὃς ἁρμοσάμενος Τήλυος τοῦ Συβαρίτεω θυγατέρα ἔφυγε
ἐκ Κρότωνος, ψευσθεὶς δὲ τοῦ γάμου οἴχετο πλέων ἐς Κυρήνην, ἐκ ταύτης
δὲ ὁρμώμενος συνέσπετο οἰκηίῃ τε τριήρεϊ καὶ οἰκηίῃ ἀνδρῶν δαπάνῃ, ἐών
τε Ὀλυμπιονίκης καὶ κάλλιστος Ἑλλήνων τῶν κατ᾽ ἑωυτόν. [2] διὰ δὲ τὸ
ἑωυτοῦ κάλλος ἠνείκατο παρὰ Ἐγεσταίων τὰ οὐδεὶς ἄλλος· ἐπὶ γὰρ τοῦ
τάφου αὐτοῦ ἡρώιον ἱδρυσάμενοι θυσίῃσι αὐτὸν ἱλάσκονται.
XLVIII. [1] Δωριεὺς μέν νυν τρόπῳ τοιούτῳ ἐτελεύτησε· εἰ δὲ ἠνέσχετο
βασιλευόμενος ὑπὸ Κλεομένεος καὶ κατέμενε ἐν Σπάρτῃ, ἐβασίλευσε
ἂν Λακεδαίμονος· οὐ γάρ τινα πολλὸν χρόνον ἦρξε ὁ Κλεομένης,
ἀλλ᾽ ἀπέθανε ἄπαις, θυγατέρα μούνην λιπών, τῇ οὔνομα ἦν Γοργώ.
(1) Διόδωρος ο Σικελιώτης : ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΡΙΚΗ, Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1998.
(2) Ηρόδοτος: ΙΣΤΟΡΙΑΙ, Εκδ. Κάκτος, Αθήνα.
(3) Pugliese Carratelli G. (editore): THE WESTERN GREEKS, Venezia-Milano: Bompiani,
1996.
Πρώτη δημοσίευση στο
www.istorikathemata.com
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
ΠΗΓΗ =http://ellinondiktyo.blogspot.gr/2014/11/blog-post_27.html#more
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου