Ιστορικά τραγούδια
«Λέγοντες δημώδη ιστορικά τραγούδια,
εννοούμεν άσματα εκπηγάσαντα αμέσως
εξ ιστορικών γεγονότων ή περιστάσεων
και προωρισμένα να τραγουδούνται
υπό του λαού».
5
ΣΟΥΛΙΩΤΙΚΟ
[Κατά την πρώτην εκστρατείαν αυτού κατά του Σουλίου (τον Ιούλιον του 1792) ο Αλή πασάς ήτο βέβαιος ότι θα καθυποτάξη τους Σουλιώτας, καταλαμβάνων αυτούς ανύποπτους και απαρασκεύους. Διότι, προσποιηθείς ότι εκστρατεύει κατά του Αργυροκάστρου, εζήτησε την συνδρομήν των Σουλιωτών, οίτινες παρεπλανήθησαν μεν εκ των λόγων του, αλλά δεν τω απέστειλαν ειμή 70 επιλέκτους υπό τον Λάμπρον Τζαβέλαν. Τούτους αφοπλίσας και φυλακίσας ο άπιστος Αλής, εστράφη κατά του Σουλίου, μετά δυνάμεως δωδεκακισχιλίων περίπου πεζών και ιππέων. Αλλ’ εις των Σουλιωτών κατορθώσας να διαφύγη, εμήνυσε το πράγμα εις τους συμπολίτας του, οίτινες υπό την οδηγίαν του Γεώργη Μπότσαρη (του πατρός του Μάρκου) ωργάνωσαν κρατεράν άμυναν. Ο στρατός του Αλή συνετρίβη εις τας κλεισωρείας του Σουλίου την 20 Ιουλίου 1792, ο δε Αλής διεσώθη φυγών εις Ιωάννινα. Εις την νίκην συνετέλεσαν μεγάλως αι Σουλιώτισσαι, διότι τετρακόσιαι περίπου υπό την αρχηγίαν της Μόσκως Τζαβέλαινας (της γυναικός του Λάμπρου) οπλισθείσαι μετέσχον της μάχης. Μετά την ήτταν ο Αλής ηναγκάσθη να συνθηκολογήση προς τους Σουλιώτας].Τρία μπαϊράκια φαίνονται ποκάτω από το Σούλι.
Το ‘να ναι του Μουχτάρ πασά, τάλλο του Σελιχτάρη,
το τρίτο το καλύτερο είναι του Μιτσομπόνου.
Μια παπαδιά τ' αγνάντεψε ναπό ψήλη ραχούλα.
"Πού στε του Λάμπρου τα παιδιά, πού ‘στε νοι Μποτσαραίοι;Αρβανιτιά μας πλάκωσε, θέλει να μας σκλαβώση.
- Ας έρτουν οι παλιότουρκοι, τίποτε δε μας κάνουν
Ας έρτουν πόλεμο να ιδούν και Σουλιωτών τουφέκια,
να μάθουν Λάμπρου το σπαθί, Μπότσαρη το τουφέκι, τ’ άρματα των Σουλιώτισσων, της ξακουσμένης Χάιδως".
Κι’ ο Κουτσονίκας φώναξεν από το μετερίζι, "Παιδιά, σταθήτε στέρεα, σταθήτε αντροειωμένα,
γιατ' έρχεται ο Μουχτάρ πασάς με δώδεκα χιλιάδες".Ο πόλεμος αρχίνησε κι’ άναψαν τα τουφέκια.
Τον Ζέρβα και τον Μπότσαρη εφώναξε ο Τζαβέλας.
"Παιδιά μ', ήρθ' ώρα του σπαθιού κι’ ας πάψη το τουφέκι".
Κι' όλοι έπιασαν και σπάσανε τοις θήκαις τω σπαθιώ τους, τους Τούρκους βάνουνε μπροστά, τους βάνουν σαν κριάρια.
Άλλοι έφευγαν κι' άλλοι έλεγαν "Πασά μου, ανάθεμα σε!
Μέγα κακό μας έφερες τούτο το καλοκαίρι,
εχάλασε τόση Τουρκιά, σπαΐδες κι’ Αρβανίταις.
Δεν είν' εδώ το Χόρμοβο, δεν είν' η Λαμποβίτσα,
εδώ είν' το Σούλι το κακό, εδώ είν' το Κακοσούλι,
που πολεμούν μικρά παιδιά, γυναίκες σαν τους άνδρες,
που πολεμάει η Τζαβέλαινα σαν άξιο παλληκάρι".
Κι' ο Μπότσαρης εφώναξε με το σπαθί 'ς το χέρι.
"Έλα, πασά, τι κάκιωσες και φεύγεις με μενζίλι;
Γύρισ’ εδώ 'ς τον τόπο μας 'ς την έρημη την Κιάφα,
εδώ να στήσης το θρονί, να γένης και σουλτάνος".
6
ΤΗΣ ΚΥΡΑ ΦΡΟΣΥΝΗΣ
(Ιανουάριος 1801)
[Η Φροσύνη, σύζυγος του εμπόρου Δημητρίου Βασιλείου, φημιζομένη δια το κάλλος, το γένος και την μόρφωσιν αυτής, δεν ηδυνήθη ν' αντιστή εις τον έρωτα του υιού του Αλή Μουχτάρ, επωφεληθέντος την αποδημίαν του συζύγου της εις Βενετίαν. Ότε δε ο Μουχτάρ εστάλη υπό του αποστάτου Τζωρτζίμ εις Αδριανούπολιν, η σύζυγός του μαθούσα τας ερωτικάς σχέσεις αυτού προς την Φροσύνην, εζήτησε παρά του Αλή πασά την τιμωρίαν της αντιζήλου. Ο Αλής ωρκίσθη ότι θα εκτελέση την αίτησίν της, όπως δε μη εκθέση άλλον τινά των περί αυτόν εις την εκδίκησιν του Μουχτάρ κατά την επάνοδόν του, μετέβη αυτοπροσώπως νύκτωρ μετά δορυφόρων του εις την οικίαν της Φροσύνης, και απαγαγών εφυλάκισεν αυτήν. Συνεφυλάκισε δε και άλλας 17 γυναίκας εξ Ιωαννίνων, περί ων υπήρχον υπόνοιαι ότι ήσαν επιληψίμου διαγωγής, και κατεδίκασε πάσας εις θάνατον δια πνιγμού εις την λίμνην. Η απόφασις εξετελέσθη την νύκτα της 11 Ιανουαρίου 1801, ο οίκος της Φροσύνης εκλείσθη και τα υπάρχοντά της εδημεύθησαν, τα δε δύο μικρά τέκνα της εγκατελείφθησαν εις τους δρόμους, ουδενός τολμώντος δια τον φόβον του Αλή να περισυλλέξη αυτά, μέχρις ότου επετράπη αντί πλουσίων δώρων εις τον θείον της μητρός των επίσκοπον Γαβριήλ να τα παραλάβη.
Τα πτώματα της Φροσύνης καί τινων των άλλων γυναικών εκβρασθέντα υπό των κυμάτων εις την ακτήν, εκηδεύθησαν, η δε Φροσύνη ετάφη εις το μοναστήριον των Αγίων Αναργύρων. Η εκκλησία σπεύσασα να αποδώση εις τα λείψανα αυτών τας επικηδείους τιμάς, τας ανηγόρευσε καλλιμάρτυρας. Τούτο δε αποδεικνύει, ότι από της επαύριον του θανάτου αυτών ο λαός εθεώρει τας πνιγείσας γυναίκας και προπάντων την Φροσύνην μάλλον ως θύματα του τυράννου και όχι ως κατάδικους, και συνησθάνετο συμπάθειαν προς αυτάς.]Τ' ακούσατε τι γίνηκε 'ς τα Γιάννενα, τη λίμνη, που πνίξανε τοις δεκαφτά με την κυρά Φροσύνη;
Αχ, Φροσύνη παινεμένη, τι κακό παθες, καϊμένη!
Άλλη καμμιά δεν τό βαλε το λιαχουρί φουστάνι, πρώτ' η Φροσύνη το βαλε και βγήκε 'ς το σιργιάνι Αχ, Φροσύνη παινεμένη, και 'ς τον κόσμο ξακουσμένη!
Δε σ' τό ‘λεγα, Φροσύνη μου, κρύψε το δαχτυλίδι,
γιατί αν το μάθη ο Αλήπασας θε να σε φάη το φίδι;
Αχ, Φροσύνη μου καϊμένη, τι πολύ κακό θα γένη!
Αν είστε Τούρκοι αφήστε με, χίλια φλωριά σας δίνω,
σύρτε με ‘ς το Μουχτάρπασα, δυο λόγια να του κρίνω"
Αχ, Φροσύνη μου καϊμένη, τι κακό πολύ θα γένη!
«Πασά μου, πού είσαι, πρόβαλε, τρέξε να με γλυτώσης,
μέρωσε τον Αλή πασά, και δώσε ό τι να δώσης».
Αχ, Φροσύνη πέρδικά μου, τι κακό ‘παθες, κυρά μου!
Εις το Βεζίρη τα φλωριά, τα δάκρυα δεν περνάνε,
και σένα μ' άλλαις δεκαφτά τα ψάρια θα σας φάνε.
Αχ, Φροσύνη πέρδικα μου, μόκαψες τα σωθικά μου!
Νά ταν οι πέτραις ζάχαρη, να ρήχνανε 'ς τη λίμνη,
για να γλυκάνη το νερό για την κυρά Φροσύνη.
Αχ, Φροσύνη παινεμένη, μέσ 'ς τη λίμνη ξαπλωμένη!
Φύσα, βοριά, φύσα, θρακιά, για ν' αγρίεψη η λίμνη,
να βγάλη ταις αρχόντισσαις και την κυρά Φροσύνη.
Αχ, Φροσύνη παινεμένη, μεσ 'ς τη λίμνη ξαπλωμένη!
Φροσύν', σε κλαίει το σπίτι σου, σε κλαίνε τα παιδιά σου σε κλαίν όλα τα Γιάννενα, κλαίνε την ομορφιά σου.
Αχ, Φροσύνη πέρδικα μου, μόκαψες τα σωθικά μου!
7
ΤΗΣ ΛΕΝΩΣ ΤΟΥ ΜΠΟΤΣΑΡΗ
(1804)[Μετά την παράδοσιν του Σουλίου δια της συνθήκης της 12 Δεκεμβρίου 1803, δι' ης επετρέπετο εις τους Σουλιώτας να μεταθώσιν ένοπλοι οπού ήθελον, ο Αλή πασάς παρασπονδήσας επεχείρησε να εξοντώση τους επιζήσαντας. Τούτων ο Κίτσος Βότσαρης φεύγων την δίωξιν ήλθεν εις Βουλγαρέλι των Τσουμέρκων, αλλά βλέπων ότι και εκεί διέτρεχε κίνδυνον να κυκλωθή υπό των Αλβανών, παρέλαβε πάντας τους εκεί Σουλιώτας, ανερχόμενους εις 1148, και κατέφυγε την 22 Δεκεμβρίου εις τα Άγραφα, εις μονήν τινα επί αποκρήμνου βράχου. Πολιορκηθείς εν αυτή υπό ισχυράς δυνάμεως του Αλή, αντέστη επί τέσσαρας μήνας, αλλά περί τα μέσα του Απριλίου 1804 οι Αλβανοί κατέλαβον δια προδοσίας την μονήν και κατέσφαξαν τους εν αυτή, πλην 80 περίπου ανδρών και δύο γυναικών, διαφυγόντων μετά του αρχηγού. Η Λένω, εις ην αναφέρεται το τραγούδι, δεκαπενταέτις θυγάτηρ του Κίτσου Βότσαρη εκ πρώτου γάμου, επολέμει εις την μονήν παρά το πλευρόν του αδελφού της Γιαννάκη• φονευθέντος δε τούτου, μετέβη πλησίον του θείου της Νίκζα, πολεμούντος παρά τον Αχελώον, και εφόνευσε πολλούς Τούρκους. Αλλά περικυκλωθείσα υπό των εχθρών, όπως μη συλληφθή, έπεσεν εις τον ποταμόν και επνίγη].
Όλαις οι καπετάνισσαις από το Κακοσούλι
όλαις την Άρτα πέρασαν, 'ς τα Γιάννινα τοις πάνε,
σκλαβώθηκαν οι αρφαναίς, σκλαβώθηκαν οι μαύραις,
κ’ η Λένω δεν επέρασε, δεν την επήραν σκλάβα.
Μόν πήρε δίπλα τα βουνά, δίπλα τα κορφοβούνια,
σέρνει τουφέκι σισανέ κ' εγγλέζικα κουμπούρια,
έχει και ‘ς τη μεσούλα της σπαθί μαλαματένιο.
Πέντε Τούρκοι την κυνηγούν, πέντε τζοχανταραίοι.
Τούρκοι, για μην παιδεύεστε, μην έρχεστε σιμά μου,
σέρνω φουσέκια 'ς την ποδιά και βόλια 'ς τοις μπαλάσκαις
-Κόρη, για ρηξε τάρματα, γλύτωσε τη ζωή σου.
-Τι λέτε, μωρ' παλιότουρκοι και σεις παλιοζαγάρια;
Εγώ είμαι η Λένω Μπότσαρη, η αδελφή του Γιάννη,
και ζωντανή δεν πιάνουμαι εις των Τουρκών τα χέρια".
Πηγή : http://www.myriobiblos.gr/afieromata/dimotiko/txt_istorika_next.html#18
ΤΗΣ ΔΕΣΠΩΣ
(25 Δεκεμβρίου 1803)[Κατά την δίωξιν των Σουλιωτών, περί ης έγινε λόγος εν τη προηγουμένη σημειώσει, μικρόν απόσπασμα εξ 78 ψυχών κατέφυγεν εις το χωρίον 'Ρινιάσαν (μεταξύ Πρεβέζης και Άρτης), οπού παρέμενον και άλλαι τινές σουλιώτικαι οικογένειαι. Άλλα στίφος Αλβανών, κατάφθασαν εις το χωρίον την 23 Δεκεμβρίου 1803, κατέλαβεν εξ απρόοπτου τους κατοίκους, και άλλους μεν κατέσφαξεν, άλλους δε ηχμαλώτισε. Μεταξύ των κατοίκων ήτο και ή οικογένεια του Γεωργάκη Μπότση, του οποίου απόντος, η ηρωϊκή σύζυγος Δέσπω αντέταξε σθεναράν αντίστασιν κατά των σφαγέων. Κλεισθεΐσα εις πύργον, την λεγομένην Κοΰλαν του Δημουλά, μετά δέκα άλλων, θυγατέρων, νυμφών, εγγονών και εγγόνων της, αφοΰ επί πολύ επολέμησε προς τους Αλβανούς, ότε είδεν ότι πάσα περαιτέρω αντίστασις ήτο ματαία, ηρώτησε τα τέκνα της αν δεν προτιμούν από την σκλαβιάν τον θάνατον. Πάντες έζήτησαν τον θάνατον, τότε δε συσσωρεύσασα εις το μέσον όσην πυρίτιδα είχεν, έθεσε πυρ εις αυτήν και έκάησαν].
Αχός βαρύς ακούεται, πολλά τουφέκια πέφτουν.
Μήνα σε γάμο ρήχνονται, μήνα σε χαροκόπι;
Ουδέ σε γάμο ρήχνονται ουδέ σε χαροκόπι,
η Δέσπω κάνει πόλεμο με νύφαις και μ' γγόνια.
Αρβανιτιά την πλάκωσε 'ς του Δημουλά τον πύργο.
Γιώργαινα, ρήξε τάρματα, δεν είν' εδώ το Σούλι.
Εδώ είσαι σκλάβα του πασά, σκλάβα των Αρβανίτων.
-Το Σούλι κι' αν προσκύνησε, κι’ αν τούρκεψε νη Κιάφα.
Η Δέσπω αφέντες Λιάπηδες δεν έκαμε, δεν κάνει»
Δαυλί 'ς το χέρι νάρπαξε, κόραις και νύφαις κράζει.
«Σκλάβαις Τούρκων μη ζησωμε, παιδιά μ', μαζί μου ελατε».
Και τα φυσέκια ανάψανε, κι' όλοι φωτιά γενήκαν.
http://pirforosellin.blogspot.gr/ -
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον
αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος (link). Νόμος
2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή
εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν
υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα
αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην
συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ,
ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των
συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου