Το
Αντάρτικο του Πόντου
Ο
καπετάν Βαγγέλης Ιωαννίδης. Πολέμησε στην περιοχή Κιουμούς-Μαντέν ή μεταλλεία
Σιμ, όπου έδρασαν αντάρτικες ομάδες.
ΜΕ
την κήρυξη του Α' Παγκοσμίου Πολέμου (1914) και την είσοδο της Τουρκίας στο
πλευρό της Γερμανίας, στην Τουρκία κηρύχθηκε γενική επιστράτευση (21/7/1914),
στην οποία συμπεριλαμβάνονταν και οι Έλληνες του Πόντου. Η επιστράτευση είχε
τις εξής δυσμενείς επιπτώσεις για τους Ποντίους: αναγκαστική απομάκρυνση των
στρατεύσιμων 20-45 χρόνων από τα σπίτια τους, εχθρική στάση των Τούρκων
αξιωματικών προς αυτούς, αφοπλισμό τους ως υπόπτων μετά την κατάρρευση του
τουρκορωσικού μετώπου και τη δημιουργία των εργατικών ταγμάτων
(αμελέ-ταμπουρού), βιαιοπραγίες κατά των αμάχων με πρόσχημα την αναζήτηση
κρυπτόμενου οπλισμού και εξορία των ελληνικών πληθυσμών προς τα ενδότερα,
ιδιαιτέρως μετά την προέλαση των Ρώσων και την κατάληψη της Τραπεζούντας στις
5/4/1916. Αντιδρώντας στις ενέργειες των Τούρκων οι Έλληνες του Πόντου
προσπάθησαν να αποφύγουν την εξοντωτική στράτευση με την καταβολή ειδικού
χρηματικού ποσού (πετέλι) 20 χρυσών λιρών, ενώ, όταν δεν το είχαν, κρύβονταν
και κατέφευγαν στα βουνά· αλλά και οι κατατασσόμενοι μην αντέχοντας την
κακομεταχείριση, λιποτακτούσαν ανεβαίνοντας στα βουνά ή καταφεύγοντας στη Ρωσία
και την Ελλάδα. Έτσι, σιγά σιγά σχηματίσθηκαν από καταδιωκόμενους και
φυγοστράτους οι πρώτες ανταρτικές ομάδες, οι οποίες είτε δρούσαν μεμονωμένες
είτε συνενώνονταν και γίνονταν περισσότερο αξιόμαχες, όταν το επέβαλλε η
κατάσταση.
Η ζωή των ανταρτών
Η
ζωή των ανταρτών κάθε άλλο παρά ανθρώπινη μπορούσε να θεωρηθεί. Το κατάλυμα
τους ήταν μια καλύβα, φραγμένη με κλαδιά σφιχτά ολόγυρα και με σκεπή, κλαδιά
δένδρων ή μια σπηλιά φυσική ή τεχνητή επάνω στα βουνά. Η διαβίωση τους το
χειμώνα, όταν το χιόνι έφτανε τα 3 μέτρα, ήταν τραγική με θερμοκρασία που
πολλές φορές έφτανε τους 30 βαθμούς υπό το μηδέν, ενώ η τροφοδοσία γινόταν με
μεγάλες δυσχέρειες από τα κοντινά χωριά.
Ο
οπλαρχηγός Βασιλαγάς (Βασίλειος Ανθόπουλος), το φόβητρο των Τούρκων της
περιοχής Αμισού, σε μεταγενέστερη οικογενειακή φωτογραφία. (Φωτ.: Αρχείο Κ.
Φωτιάδη)
Για
οπλισμό τους στις αρχές χρησιμοποιούσαν πρωτόγονα γεωργικά εργαλεία (μαχαίρια,
αξίνες, κάμες κλπ.), ενώ με την πάροδο του χρόνου σε ξαφνικές ενέδρες, καθώς
προστάτευαν τα καταδιωκόμενα γυναικόπαιδα από τις επιθέσεις των Τούρκων, τους
αφαιρούσαν τα όπλα, πλουτίζοντας το φτωχό τους οπλοστάσιο και με άλλα όπλα που
αγόραζαν πουλώντας κλεμμένα τουρκικά ζώα, ενώ αργότερα άρχισαν να τους
ενισχύουν και οι Ρώσοι, αλλά πάντα με μεγάλες δυσκολίες. Ο αγώνας των ανταρτών
κυρίως αναπτύχθηκε στο δυτικό Πόντο με επίκεντρο την Αμισό και την Πάφρα.
Στόχος ήταν η προστασία του άμαχου πληθυσμού, οι θυσίες του οποίου ήταν
τρομακτικές, αν λάβουμε υπόψη μας ότι η περιφέρεια της Αμάσειας σε σύνολο
183.000 κατοίκων είχε 134.078 νεκρούς. Στον ανατολικό Πόντο η κυριότερη εστία
αντιστάσεως ήταν η επτάκωμη Σάντα, άπαρτο κάστρο, πραγματικό Σούλι του Πόντου
με τους σκληροτράχηλους υπερασπιστές του, γεγονός που ανάγκασε τους Τούρκους να
δεχθούν μια μορφή αυτονομίας της.
Ο
Κεμάλ Ατατούρκ και Τούρκοι ιστορικοί ισχυρίζονται ότι οι αντάρτες του Πόντου
είχαν φτάσει τους 25.000, ενώ η αλήθεια με επίσημα έγγραφα της «Εν Αθήναις
Επιτροπείας Ποντίων» προς το Γ.Ε.Σ. ήταν ότι μόλις έφταναν τις 4.000 στην
περιφέρεια της Αμάσειας, ενώ στα χωριά της Σάντας ζήτημα ήταν αν έφταναν τις
2.000-3.000 άνδρες. Άλλο βέβαια το ζήτημα αν οι ψευδολογίες αυτές προβάλλονταν
από τους Τούρκους, προκειμένου να δικαιολογηθούν στα μάτια της Ευρώπης για τα
εγκλήματα της γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού με τις σφαγές και τους
εξανδραποδισμούς, τις πυρπολήσεις ολόκληρων χωριών, τους βιασμούς και
απαγχονισμούς και τις εξορίες δεκάδων χιλιάδων αθώων γυναικόπαιδων στα βάθη της
Τουρκίας. Απεναντίας οι τουρκικές δυνάμεις πολλές φορές ξεπερνούσαν τη δύναμη μιας
ή και περισσότερων μεραρχιών, άριστα εξοπλισμένων με τηλεβόλα και άφθονα
πυρομαχικά, όπως αποδεικνύεται από έγγραφο της 22/8/1919 του ίδιου του Κεμάλ,
που διέταξε δύο ολόκληρες στρατιές, την 3η με έδρα τη Σεβάστεια και την 15η με
έδρα την Ερζερούμ «να διαλύσουν τις ποντιακές ομάδες».
Η διεξαγωγή του αγώνα
Από
το 1915 ήδη είχε αρχίσει τον αγώνα του εναντίον των Τούρκων ο Βασίλ-αγάς
(Βασίλειος Ανθόπουλος) με τη θρυλική του ομάδα, που έγινε το φόβητρο των
Τούρκων της περιφέρειας Αμισού, ενώ η ομάδα του Παντέλ-αγά (Παντελή
Αναστασιάδη), με τα 47 παλικάρια του και τα 2.500 γυναικόπαιδα που προστάτευε
πάνω στα βουνά, κατόρθωσε να αντιμετωπίσει στη μάχη του Αγιού-τεπέ
(16/11/1917), χιλιάδες τουρκικού στρατού σε πολυήμερη μάχη με αποτέλεσμα το
φόνο 119 Τούρκων στρατιωτών και 4 μόνο ανταρτών, μεταξύ των οποίων και ο γιος
του υπαρχηγού του Δημητρίου, Δημοσθένης Χαραλαμπίδης. Σημαντικότατη ήταν και η
μάχη στο Νεμπιένταγ (τέλη 1917) της Πάφρας, κοντά στο σπήλαιο Παπαδζάκ
Παναγιασί της Οτκαγια, όπου με ελάχιστους μόνο άνδρες υπερασπίζοντας 600
γυναικόπαιδα αντιμετώπισαν ολόκληρο τουρκικό σύνταγμα άριστα εξοπλισμένο, με
αποτέλεσμα, αφού εξαντλήθηκαν τα πυρομαχικά τους, να σκοτωθούν μόνοι τους, παρά
να παραδοθούν.
Ο
οπλαρχηγός Ιστύλ-αγάς. Διακρίθηκε σε πολλές μάχες εναντίον δυνάμεων του
τακτικού τουρκικού στρατού. Πίσω, διακρίνεται η σημαία της Δημοκρατίας του
Πόντου. (Φωτ.: Αρχείο Α. Θεοφύλακτου)
Πόντιος
Κολοκοτρώνης χαρακτηρίζεται ο 25χρονος Κοτσά-Αναστάς (Αναστάσιος Παπαδόπουλος),
ο οποίος ύστερα από μάχες 95 ημερών, το φθινόπωρο του 1921, εξόντωσε 700
Τούρκους στρατιώτες, μαχόμενος εναντίον του Τούρκου στρατηγού Λίβα πασά στο
βουνό Τόπσαμ, με απώλειες 18 μόνο αντάρτες. Στα τέλη του 1921 το χωριό Δαζλή θα
γίνει επίκεντρο τρομερών συγκρούσεων μεταξύ των ανταρτών και του στρατηγού
Τζεμάλ Τζεβήτ, ο οποίος, μαχόμενος επικεφαλής 16.000 Τούρκων σε αλλεπάλληλες
μάχες που κράτησαν ώς τις αρχές του 1922, τελικά σκοτώθηκε, χωρίς κανένα
αποτέλεσμα, αφού οι αντάρτες και με τη βοήθεια του Ιστύλ-αγά τον αποδεκάτισαν.
Στη Σάντα, στον ανατολικό Πόντο, οι συγκρούσεις δεν ήταν καθόλου ευνοϊκές για
τους Τούρκους, όταν στις 25/1/1918 (μάχη Κοπαλάντων) οι Τούρκοι άφησαν στο
πεδίο της μάχης 14 νεκρούς, με αποτέλεσμα ώς το 1921 να μην ξαναενοχληθεί η
απρόσιτη αυτή ορεινή περιοχή. «Μένεα πνέων» ο Κεμάλ για την αντίσταση του
κάστρου αυτού με 3 συντάγματα πεζικού, 1 τακτικού και πλήθος άτακτων (περίπου
8.000 ανδρών) που έστειλε εκεί αποφάσισε να την καταστρέψει. Αντιμετωπίζοντας
πολυάριθμους εχθρούς ο αρχηγός των ανταρτών Ευκλείδης Κουρτίδης, το μόνο που
κατάφερε ήταν να σώσει τα γυναικόπαιδα, φτάνοντας σε τέτοιο σημείο, ώστε στο
σπήλαιο της Μαγάρας (10/9/1921) να προβεί στη βρεφοκτονία 7 νηπίων που
κλαυθμύριζαν, για να σωθούν οι άλλοι. Αξιόλογες ήταν και οι ανταρτικές ομάδες:
του Ευσταθίου Θεοδωρίδη στην περιοχή Ακ Νταγ Ματέν, του Ιορδάνη Τσαρουχωνέτα
στην Άτρα Αργυρουπόλεως, του Ιωάννη Κιαγχίδη στη Γαλίαινα και του νεαρού παπά
Παναγιώτη Μακρίδη στα Κοτύωρα (Ορντού), ο οποίος καβάλα στ' άλογο του είχε
γίνει ο φόβος και ο τρόμος των Τούρκων. Αλλά και ο Δημοσθένης Ευφραιμίδης στα
Σούρμενα δεν υστέρησε σε ηρωισμό αποκρούοντας τους Τούρκους στην Τσίτα, ενώ ένα
καινούργιο Ζάλογγο και μια καινούργια Αραπίτσα είχαμε στο Σιμικλή της
Κερασούντος, όταν οι γυναίκες και τα κορίτσια της περιοχής που καταδιώκονταν
από τους Τούρκους προτίμησαν να πνιγούν πέφτοντας στο ποτάμι παρά να βιασθούν.
Ατυχής έκβαση
Όσο
κι αν η άνιση σύγκρουση ήταν μία πραγματική τιτανομαχία, αληθινή εποποιία στις
δέλτους της ελληνικής ιστορίας, δεν είχε αίσια έκβαση, κυρίως διότι: οι αντάρτες
δεν είχαν ενιαία διοίκηση για συντονισμό των ενεργειών τους, δεν είχαν τον
κατάλληλο οπλισμό και την απαραίτητη τροφοδοσία και δεν είχαν ευελιξία
κινήσεων, αφού τους ακολουθούσαν στα βουνά τα γυναικόπαιδα που τα προστάτευαν
μαζί με τις οικογένειες τους• κυρίως όμως, διότι παρ' όλες τις εκκλήσεις τους,
το επίσημο ελληνικό κράτος δεν τους εβοήθησε, γεγονός που θα μπορούσε να
ανατρέψει τη δυσμενή κατάσταση του μικρασιατικού μετώπου με μιαν αξιόμαχη
δύναμη στα νώτα του Κεμάλ. Στο σημείο αυτό μεγάλες είναι και οι ευθύνες των
ηγετών της εποχής εκείνης, διότι δεν εισακούσθηκαν οι υποδείξεις του Πόντιου
αξιωματικού Καραΐσκου Χρυσοστόμου ο οποίος με κίνδυνο της ζωής του πήγε στον
Πόντο και αξιολόγησε την κατάσταση όπως έπρεπε. Παρ' όλα ταύτα, όσο κι αν ο
αγώνας δεν δικαιώθηκε, θα παραμένει παράδειγμα φωτεινό για κάθε άνθρωπο που
αγωνίζεται για την κατοχύρωση των δικαιωμάτων του, διδάσκοντας ότι δεν υπάρχει
μεγαλύτερο αγαθό από την ελευθερία του.
VİA
ΧΡΗΣΤΟΣ
Γ. ΑΝΔΡΕΑΔΗΣ
ΕΠΤΑ
ΗΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ
ΑΘΗΝΑ
19 ΜΑΪ 1996
http://pirforosellin.blogspot.gr/ -
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση του περιεχομένου της ιστοσελίδας εφόσον
αναφέρεται ευκρινώς η πηγή του και υπάρχει ενεργός σύνδεσμος(link ). Νόμος
2121/1993 και κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
ΕΠΙΣΗΜΑΝΣΗ
Ορισμένα αναρτώμενα από το διαδίκτυο κείμενα ή
εικόνες (με σχετική σημείωση της πηγής), θεωρούμε ότι είναι δημόσια. Αν
υπάρχουν δικαιώματα συγγραφέων, παρακαλούμε ενημερώστε μας για να τα
αφαιρέσουμε. Επίσης σημειώνεται ότι οι απόψεις του ιστολόγιου μπορεί να μην
συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου. Για τα άρθρα που δημοσιεύονται εδώ,
ουδεμία ευθύνη εκ του νόμου φέρουμε καθώς απηχούν αποκλειστικά τις απόψεις των
συντακτών τους και δεν δεσμεύουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο το ιστολόγιο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου