Κυριακή 5 Οκτωβρίου 2014

ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΟΝ ΘΕΣΠΡΩΤΙΑΣ ή Άνθρωποι εποχής Νεάντερταλ βλέπουν την ανάδυση ενός πυρηνοκίνητου υποβρυχίου.


η φωτογραφία προέρχεται από την ακόλουθη ιστοσελίδα : http://el.wikipedia.org/wiki/Ναυτίλος_(Ιούλιος_Βερν)#mediaviewer/File:Nautilus_wrecks.jpg

Άχέρων, ό έν άδου ποταμός,
παρά τό έστερήσθαι χαράς τούς
έκεί κατιόντας, ή ό τά άχεα ΄ρέων


Μια πρώτη στερεότυπη γνωριμία του Νεκυομαντείου της Θεσπρωτίας, μεταφέρει ένα
Σημείωμα της κ. Χρυσηίδας Τζουβαρά - Σούλη, καθηγήτριας Κλασσικής
Αρχαιολογίας, στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.
http://www.archetai.gr/site/content.php?artid=1472 (28-11-04)
Η γνωριμία χαρακτηρίζεται στερεότυπη, επειδή εν πολλοίς μεταφέρει τις απόψεις
του καθηγητή κ. Σωτήρη Δάσκαρη, ο οποίος διενήργησε εκεί τις πρώτες ανασκαφές.
Για την πληρέστερη κατανόηση του όλου θέματος κρίθηκε σκόπιμο το εν λόγω
σημείωμα, να μεταφερθεί αυτούσιο, σαφηνείας και προσηνείας ένεκα.

Το Νεκυομαντείο του Αχέροντα, το πιο φημισμένο νεκρομαντείο του αρχαίου ελληνικού
κόσμου, βρίσκεται στη δυτική Ήπειρο, στον νομό Πρέβεζας. Στην αρχαιότητα το Iερό
υπαγόταν στη Θεσπρωτία, όπου κατοικούσαν οι Θεσπρωτοί, ένα από τα πρώτα
ελληνικά φύλα που εγκαταστάθηκαν στην Ήπειρο, γύρω στο 2000 π.Χ.
Από το 1958 έως το 1964 και από το 1975 έως το 1977, ο καθηγητής Δάκαρης, πάντα
υπό την αιγίδα της εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, βεβαίωσε με τις ανασκαφές
του τη θέση του νεκρομαντείου κάτω από το καθολικό της μονής του Αγίου Ιωάννου
του Προδρόμου του 18ου αι.. Το Ιερό εντοπίστηκε σε προεξοχή βράχου της μεγάλης
βαλτώδους πεδιάδας της πρώην Αχερουσίας λίμνης και των ποταμών του Άδη
Κωκυτού, Πυριφλεγέθοντα και Αχέροντα .
Σε απόσταση 500 μ. περίπου βόρεια από το Νεκυομαντείο είναι η ακρόπολη της
Εφύρας. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι εδώ βρισκόταν η ομηρική Εφύρη, όπου
τοποθετούνταν από τους αρχαίους η είσοδος στον Άδη και το περίφημο Νεκυομαντείο,
που σύμφωνα με την παράδοση (Θουκ. 1.46.4), ήταν στην Ελαιάτιδα κοντά στον
Αχέροντα.


Ένα πρώτο ασύμφωνο σημειούμενο, εντοπίζεται στον τελευταίο ισχυρισμό.
Στο κείμενο του Θουκυδίδη δεν αναφέρεται ότι στις Θεσπρωτικές Έφυρα και
Ελαιάτιδα, βρισκόταν ή σημειωνόταν από παλαιότερες μαρτυρίες, η είσοδος στον
Άδη. Μάλιστα ούτε καν το Νεκυομαντείο δεν υπομνηματίζεται.

«…έν τή Έλαιάτιδι τής Θεσπρωτίδος Έφύρη.
έξίησι δέ παρ’ αύτήν Άχερουσία λίμνη ές θάλασσαν, διά δέ τής Θεσπρωτίδος
Άχέρων ποταμός ρέων είσβάλλει ές αύτήν, άφ’ ού καί τήν έπωνυμίαν έχει…»
 1

Παράλληλα και ειδικότερα για την Εφύρα, το σχετικό συμπέρασμα που απορρέει από
ένα πλήθος μαρτυριών, είναι η πλήρης ασάφεια, τόσο του πρωτογενούς χώρου στον
οποίο βρισκόταν, όσο βεβαίως και μια παντελής απουσία συσχέτισης με είσοδο του
Άδη, ή έστω με Νεκυομαντείο.

Αristonikus Gramm. (1194) 1,2,570. και 6,152.
Εustathius Philol. (4083) 1,465,18. επίσης: 1,492,18 και 1,56,37
Scholia in Homerum (5034) 2,659,5
Schol. Homer.1,259,4
Scholia in Pindarum P 10,85a,3
Herodianus Pros.Kat.3,1,261


Σύμφωνα με το Μέγα Ετυμολογικό ένας βέβαιος Τόπος Καταβάσεως στον Άδη,
πιστοποιείται στην Αχερουσία λίμνη, όμως, πρόκειται για την Αχερουσία, η οποία
βρίσκεται κοντά στην Ηράκλεια του Πόντου, και όχι εκείνη της Θεσπρωτίας.

Άχερουσιάς, λιμνη έστί πλησίον Ήρακλείας Πόντου.
ένθα μέν είς άϊδαο καταιβάτις έστί κέλευθος.


Στο Σημείωμα ωστόσο ακολουθεί λόγος επιβεβαιωτικός, και άξιος σπουδής.
Μ’ αυτήν την διαπίστωση γίνεται φανερό ότι συγγενή ιδιωματικά χαρακτηριστικά,
έλκουν την καταγωγή από Πρότυπους Τόπους, τα οποία στη συνέχεια ταυτίζονται σε
παρόμοιες περιπτώσεις, με μυθική, ή κατά παράδοση αντιστοιχία. Από την συμμετρία
δεν γινόταν να λείπει και ο εκπληκτικός σε ομοιότητα χώρος, του Θεσπρωτιακού
Νεκυομαντείου. Τα ποτάμια, τα δέντρα, οι τριγύρω Πόλεις, λιγότερο ή περισσότερο
εύστοχα ονομάστηκαν παραλληλιζόμενα με το πρότυπο ‘’Κέντρο.’’
Οπουδήποτε κι αν βρισκόταν αυτό. Ακόμα κι αν δεν ήταν το συγκεκριμένο του
Πόντου.

Η μορφολογία της περιοχής ανταποκρίνεται πλήρως στις περιγραφές της αρχαίας φιλολογικής παράδοσης, όπως μας διασώθηκαν από τον Όμηρο, τον Ηρόδοτο, τον Θουκυδίδη, τον Στράβωνα, τον Παυσανία. Εξάλλου, πανάρχαιες δοξασίες, που οι ρίζες τους χάνονται στην αχλύ της προϊστορίας, έχουν συνδεθεί με την πίστη ότι οι σπηλιές, τα βαθιά φαράγγια και τα χάσματα, δηλαδή τα έγκατα της γης μέσα στα οποία εξαφανίζονταν οι λίμνες και τα ποτάμια, ήταν οι δρόμοι που οδηγούσαν στον Κάτω Κόσμο. 

Τη διαδρομή αυτή ακολουθούσαν διαπλέοντας οι ψυχές των νεκρών, που ήταν όμοιες με σκιές (είδωλα ή φάσματα των νεκρών). Στην πίστη αυτή πρέπει να οφείλεται και η συσχέτιση του Αχέροντα και της Αχερουσίας με τους νεκρούς, όπως και η τοποθέτηση της λατρείας και του νεκρομαντείου σε μια σπηλιά του βράχου κοντά στη συμβολή Κωκυτού και Αχέροντα, στις βορειοδυτικές όχθες της Αχερουσίας λίμνης.

Εκεί όπου σμίγουν οι ποταμοί του Άδη

Εδώ ήταν, στη συνάντηση των δύο κόσμων, που ο Οδυσσέας κάλεσε τα πνεύματα των νεκρών με μια ειδική ιεροτελεστία, και ρώτησε για την επιστροφή του στην Ιθάκη (Οδυσ. κ 488 κε.). «Ο βοριάς θα φέρει το καράβι σε ένα ακρογιάλι, στην άκρη του Ωκεανού, όπου το πάναγνο άλσος της Περσεφόνης, με τις πανύψηλες λεύκες και τις άκαρπες ιτιές. Στο σημείο όπου ο Πυριφλεγέθων και ο Κωκυτός, που πηγάζει από τη Στύγα, σμίζουν με τον Αχέροντα με πολύ βουητό, εκεί στη μέση είναι ένας βράχος (και μια σπηλιά), η είσοδος στον Άδη». O Οδυσσέας με τους συντρόφους του βάζουν πλώρη για το ταξίδι (λ, 1 κε.). Σαν βασίλεψε ο ήλιος φτάνουν στο ακρογιάλι στην πολιτεία των Κιμμερίων, όπου ένα κάστρο (λ, 14 κε.).

Ωστόσο η ορθότερη ερμηνεία του σχετικού χωρίου, αλλού διαφοροποιείται. 
Περίπου αποκλείει μια πραγματική «είσοδο στον Άδη».

«…Κώκυτός θ’ ός δή Στυγός ύδατος έστιν άπορρώξ,
πέτρη τε ξύνεσις τε δύω ποταμών έριδούπων. 
ένθα δ’ έπειθ’ ήρως, χριμφθείς πέλας, ως σε κελεύω βόθρον όρύξαι όσον τε πυγούσιον ένθα και ένθα…» 
2 

…κι ο Κωκυτός απ’ τά νερά της Στύγας ξεκομμένος, κι οι βροντολάλοι ποταμοί στον ίδιο βράχο σμίγουν. Εκεί λοιπόν πολέμαρχε κοντά κοντά περνώντας, άνοιξε λάκκο ως μιάν οργιά το φάρδος και το μάκρος… 

Το αρχαίο κείμενο είναι διατυπωμένο με προσεγμένες λεπτομέρειες.
Εκείνο το χριμφθείς πέλας, σε ερμηνευτικά σχόλια επεξηγείται ως προσπελααθείς. Σημαίνει, ‘’ο πλησιάζων, ο ερχόμενος πλησίον.’’ Εάν επρόκειτο για Κατάβαση, θα διατυπωνόταν ευθύτερα και όχι ακροθιγώς. Το σχήμα χριμφθείς πέλας, τονίζει με ενάργεια, ότι ο βόθρος θα πρέπει να ανοιχτεί κάπου εκεί κοντά. 

Είναι φανερή η στενή σχέση της ομηρικής περιγραφής για τη χώρα των νεκρών με την περιοχή του Αχέροντα της Θεσπρωτίας. Η ομοιότητα γίνεται μεγαλύτερη αν τη λέξη «Κιμμερίων» του ομηρικού στίχου (κ, 14) αντικαταστήσουμε με τη λέξη Χειμερίων, μια διόρθωση που πρότεινε ο γραμματικός του 3ου αι. π.Χ. Πρωτέας ο Ζευγματίτης. 
Την ομοιότητα είχαν παρατηρήσει και οι αρχαίοι γεωγράφοι, όπως ο Παυσανίας (1.17.5), ο οποίος σημειώνει: «Μου φαίνεται ότι ο Όμηρος αυτούς τους τόπους είχε δει και τόλμησε να περιγράψει στην ποίησή του τη χώρα του aδη και να δώσει στα ποτάμια εκείνα τα ονόματα των ποταμών της Θεσπρωτίας».

Η αρχαιότερη και η πιο συγκλονιστική περιγραφή καθόδου θνητού στον Κάτω Κόσμο διασώζεται στη Νέκυια της Οδύσσειας (λ, 1 κε.). Η επαφή των θνητών με τους νεκρούς δεν ήταν ακίνδυνη, γι' αυτό οι χρηστηριαζόμενοι έπρεπε να προετοιμαστούν ψυχικά και σωματικά, να υποβληθούν σε καθιερωμένη δίαιτα, σε λουτρά και προσευχές, και να εξευμενίσουν τις ψυχές των νεκρών με προσφορές (χοές), μέλι και γάλα, νερό και κρασί, και ιδίως με αίμα από τα θυσιαζόμενα ζώα. Πίνοντας από τις χοές οι ψυχές αποκτούσαν συνείδηση, εξευμενίζονταν και μπορούσαν να αποκαλύψουν το μέλλον.


Οι ανασκαφές του Δάκαρη επιβεβαιώνοντας τη μαρτυρία του Ομήρου έδειξαν ότι υπήρχε στη θέση αυτή ένα ιερό από τη Μυκηναϊκή εποχή (14ος-13ος αι. π.Χ.). Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η λατρεία των θεών του Κάτω Κόσμου συνεχίστηκε τουλάχιστον ώς τα αρχαϊκά χρόνια. Τη λειτουργία του Ιερού στους χρόνους αυτούς μαρτυρεί και η διήγηση του Ηροδότου (5.92). Σύμφωνα με τον ιστορικό, ο Περίανδρος, ο τύραννος της Κορίνθου (τέλος 7ου αι. π.Χ.), έστειλε στο νεκρομαντείο της Εφύρας απεσταλμένους για να ρωτήσουν την ψυχή της γυναίκας του Μέλισσας πού είχε κρύψει τον θησαυρό ενός φιλοξενουμένου.
Επιπλέον, τη συνέχιση της λατρείας στο ιερό του Άδη κατά τους αρχαϊκούς και τους κλασικούς χρόνους βεβαιώνουν τα πολυάριθμα ειδώλια του 7ου-5ου αι. π.Χ. που εικονίζουν την Περσεφόνη με «πόλο» και τα νομίσματα του 4ου αι. π.Χ. των Ελεατών και των Θεσπρωτών με τα σύμβολα της Περσεφόνης και του aδη. Σε άλλες κοπές εικονίζονται η Περσεφόνη με στεφάνι από στάχυα ως χορηγός της ζωής και ο Κέρβερος, ο άγρυπνος φρουρός στην είσοδο του Άδη.


H ζοφερή ιδέα του Kάτω Kόσμου

Στα τέλη του 4ου αι. π.Χ. κτίστηκε το μνημειακό οικοδόμημα που αποκάλυψαν οι ανασκαφές, το οποίο είναι και το πρώτο Ιερό και μαντείο των θεών του Κάτω Κόσμου που έγινε γνωστό. Τα πολυάριθμα ευρήματα των ελληνιστικών χρόνων που ήρθαν στο φως μαρτυρούν για τη μεγάλη φήμη του και τις συχνές επισκέψεις των χρηστηριαζομένων την εποχή αυτή.

Το οικοδόμημα μοιάζει με μεγαλοπρεπές ταφικό μνημείο. Η όλη κατασκευή του υπέβαλλε τη ζοφερή ιδέα του Κάτω Κόσμου, κανένα κόσμημα στην πυραμιδωτή στέγη, παράθυρο ή αρχιτεκτονικός διάκοσμος δεν φαίδρυνε τη σκυθρωπή εικόνα του Iερού του Άδη. αποτελείται από δύο τμήματα, ένα υπόγειο και ένα υπέργειο. Η υπόγεια αίθουσα πιθανότατα βρίσκεται στη θέση της αρχικής σπηλιάς με την προϊστορική λατρεία. Είναι λαξευμένη στον βράχο και η οροφή της στηρίζεται με δεκαπέντε πώρινα τόξα με πολλή φροντίδα δουλεμένα, που αποτελούν και το δάπεδο της υπέργειας αίθουσας. Η κρύπτη αυτή ταυτίστηκε με το σκοτεινό ανάκτορο του aδη και της Περσεφόνης. Πάνω από την υπόγεια κρύπτη, βρίσκεται μια υπέργεια ορθογώνια αίθουσα, η οποία μαζί με δύο πλάγια κλίτη σχηματίζει ένα τετράγωνο κτίριο. Το υπέργειο τετράγωνο κτίριο και οι τρεις συνεχόμενοι διάδρομοι με τα δωμάτια, αποτέλεσαν τον αρχικό πυρήνα του μνημείου, του τέλους του 4ου αι. π.Χ. Στα τέλη του 3ου αι. π.Χ., στα δυτικά του αρχικού ιερού προστέθηκε ένα συγκρότημα με δωμάτια και αποθήκες γύρω από μια κεντρική αυλή. 


Οι χώροι γύρω από την αυλή χρησίμευαν για τη διαμονή των ιερέων και των επισκεπτών πριν μπουν στο Ιερό. Από εκεί ο προσκυνητής περνούσε τον βόρειο διάδρομο του Ιερού. Αριστερά υπήρχαν ένας λουτρώνας και δύο δωμάτια για την εγκοίμηση των προσκυνητών. Εκεί, στο αδιαπέραστο σκοτάδι, ο προσκυνητής υποβαλλόταν σε σωματική και ψυχική προετοιμασία με ειδική δίαιτα και πράξεις εξαγνισμού και μαγείας, και έκανε λουτρά για να μείνει αλώβητος από την επαφή που επρόκειτο να έχει με τα φάσματα των νεκρών. Πριν περάσει στον ανατολικό διάδρομο, έκανε διάφορες συμβολικές αποτροπαϊκές χειρονομίες και πράξεις καθαρμού (έριχνε πέτρες πίσω του και έπλενε τα χέρια του σε ένα πιθάρι). Ύστερα έμπαινε στο βόρειο δωμάτιο του ανατολικού διαδρόμου, όπου υποβαλλόταν στο τελικό στάδιο της δοκιμασίας, με μαγικές πράξεις συχνότερες και αυστηρότερη δίαιτα. Κατόπιν εισερχόταν στον ανατολικό διάδρομο, όπου, μαζί με τον ιερέα-οδηγό, θυσίαζε και έκανε χοές, όπως μαρτυρούν τα λείψανα ανθράκων και καμένα κόκκαλα ζώων. 
Ύστερα περνούσε σε έναν διάδρομο μαιανδρικό, που του υπέβαλε την εντύπωση της περιπλάνησης στους σκοτεινούς και σκολιούς δρόμους του Άδη. Εκεί πρόσφερε άλφιτα (κριθάλευρο), όπως φανερώνουν οι λεκανίδες και τα κατάλοιπα που βρέθηκαν. 
Την εντύπωση του Κάτω Κόσμου επέτεινε στον προσκυνητή το γεγονός ότι ο λαβύρινθος είχε τρεις τοξωτές πύλες, σιδερόφρακτες, όσες και οι πύλες του Άδη, από τις οποίες οι δύο σώζονται σε πολύ καλή κατάσταση. Περνώντας την τελευταία πύλη, έφθανε στην κεντρική αίθουσα, όπου έριχνε ένα ακόμη αποτρόπαιο λιθάρικαι έχυνε στο λίθινο δάπεδο χοές για τον Άδη και την Περσεφόνη, που κατοικούσαν ακριβώς από κάτω, στην υπόγεια κρύπτη. Η κεντρική αίθουσα αποτελούσε και το τέρμα της πορείας, εφόσον εκεί θα εμφανίζονταν τα είδωλα των νεκρών για να επικοινωνήσουν με τους χρηστηριαζόμενους. Η κοινή πίστη στην εμφάνιση των νεκρών δημιουργούσαν στον προσκυνητή την κατάλληλη ψυχική προδιάθεση. 

άμβλυνση των αισθήσεων, ζάλη, παραισθήσεις

Κατά τη διάρκεια των ανασκαφών βρέθηκαν μέσα σε μεγάλους πίθους σωροί από απανθρακωμένους καρπούς δημητριακών, όπως σιτάρι και κριθάρι, καθώς και όσπρια που έχουν τοξικές ιδιότητες όταν τρώγονται χλωρά, όπως κουκκιά, λαθούρια κ.ά., τα οποία, εκτός των άλλων, προκαλούν και άμβλυνση των αισθήσεων, μέχρι ζάλη, παραισθήσεις και άλλα αλλεργικά σύνδρομα (κυαμίασις, λαθυρισμός). Έτσι, με τη χαλάρωση των αισθήσεων που έφτανε στον βαθμό της ακαταληψίας, δημιουργούνταν οι αναγκαίες προϋποθέσεις για την επικοινωνία με τις ψυχές των νεκρών. Αλλά, επειδή οι ελληνιστικοί χρόνοι ήταν περίοδος ορθολογισμού και επιστήμης,όπου η πίστη στον μύθο και τη θρησκεία είχαν κλονιστεί, υπήρχαν πολλοί που θα δυσπιστούσαν στην εμφάνιση των ειδώλων. Γι' αυτό, όπως απέδειξαν οι ανασκαφές, από το ιερατείο ελήφθησαν όλα τα αναγκαία μέτρα για την εμφάνιση των φασμάτων. Στην ανασκαφή της κεντρικής αίθουσας των ειδώλων βρέθηκαν, μια μάζα από σιδερένιους τροχούς άρματος, ένας χάλκινος λέβητας και γύρω σκορπισμένα σιδερένια και χάλκινα εξαρτήματα που ανήκαν πιθανότατα σ' ένα είδος γερανού, που προοριζόταν για την κάθοδο των ειδώλων από την οροφή. Ως αντίβαρο χρησιμοποιήθηκαν σιδερένιες πλίνθοι, που βρέθηκαν σε γειτονικό δωμάτιο. 
Για τον σκοπό αυτό οι εξωτερικοί τοίχοι του κεντρικού κτιρίου με το μεγάλο πάχος (3,30μ.) θα έκρυβαν στην ανωδομία τους κρυφούς διαδρόμους, στους οποίους θα μπορούσαν να κυκλοφορούν αόρατοι οι ιερείς. 

Από τη θέση αυτή ή από την οροφή, με τη βοήθεια του γερανού, εμφανίζονταν τα σκηνοθετημένα είδωλα των νεκρών μέσα στον χάλκινο λέβητα και συνομιλούσαν με τους χρηστηριαζόμενους. Τα ανασκαφικά δεδομένα επιβεβαιώνουν οι φιλολογικές μαρτυρίες και κυρίως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο οποίος στο έργο του Προτρεπτικός προς Έλληνας (2.11.1), θεωρεί τον «Θεσπρώτιον λέβητα» μέσο εμφάνισης των φασμάτων στον Αχέροντα. Ανάλογη μνεία του θεσπρωτικού λέβητα κάνει και ο Ευσέβιος (Ευαγγελική Προπαρασκευή 2.3.1.). Η μαρτυρία αυτή, συνδυαζόμενη με τον λέβητα που βρέθηκε στην κεντρική αίθουσα, αποτελεί ισχυρό επιχείρημα για την ταύτιση του ελληνιστικού Ιερού που έφερε στο φως η ανασκαφή του καθηγητή Δάκαρη με το Νεκυομαντείο του Αχέροντα, γνωστό από την αρχαία παράδοση και για τον τρόπο εμφάνισης των ειδώλων.

Το παρατεθέν Σημείωμα της κ. Τζουβαρά – Σούλη, σε γενικές γραμμές, είναι μια περιληπτική μεταφορά των απόψεων του καθηγητή κ. Σωτήρη Δάκαρη, έτσι όπως βρίσκονται διατυπωμένες σε αυτοτελή έκδοση με τίτλο: 
ΤΟ ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΟ ΤΟΥ ΑΧΕΡΟΝΤΑ (εκδ. ΥΠΠΟ)




ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΗ ΠΡΟΤΑΣΗ


(Ως ερασιτέχνης έχω κάποια ισχύ,
μόνο με προσκόμιση αποδείξεων.
Στερούμαι της «πολυτέλειας»,
των επιστημονικών τεκμηριώσεων!!!)



Έχει ήδη παρατηρηθεί, ότι τα αρχικά συμπεράσματα, και οι όποιες εκτιμήσεις του πρώτου ανασκαφέα, ενός αρχαιολογικού χώρου, σπανιότατα αλλάζουν ή τροπο-ποιούνται, από τους μεταγενέστερους. Μάλιστα όσο περισσότερο επιφανής είναι ο ανασκαφέας, τόσο πιο δύσκολη γίνεται, έστω και μια απλή βελτίωση των απόψεών του. Στο Νεκυομαντείο του Αχέροντα, το φαινόμενο επαναλαμβάνεται.
Κάποια σχεδόν ασήμαντη λεπτομέρεια, που έλαθε της προσοχής του μεγάλου Σωτήρη Δάκαρη, ενώ στη συνέχεια από τους επιγενόμενους, θα έπρεπε να έχει αποκατασταθεί, παρά προσδοκίαν επαναλαμβάνεται.

Το γεγονός έχει ως συνέπεια, ολόκληρο το Τυπικό του Ιερού, έτσι όπως παρά την διαπιστούμενη οξυδέρκεια, αλλά και ευφυΐα της ενιαίας ερμηνείας, να μεταφέρεται, να διαιωνίζεται, και να απολήγει, εκτός από ελλειπές, συγχρόνως και παραμορφωτικό της τελικής Εικόνας των δρώμενων.
Ο αντίλογος συνοψίζεται στην διαφορά ανάμεσα σε μια Κάθοδο στον Άδη, όπως αδόκιμα υποστηρίζεται και σε μια λιγότερο ακίνδυνη και πάνω απ’ όλα προσιτή Ψυχαγωγία, η οποία επιβεβαιώνεται εύλογα. Σύμφωνα λοιπόν με την πρόταση του καθηγητή Σωτήρη Δάκαρη, η επίσκεψη στο Νεκυομαντείο είχε ως βασική γραμμή τα όσα ο Λουκιανός περιγράφει στη Νεκυομαντεία. Ωστόσο εκείνη η Νεκυομαντεία, είναι μια σαφέστατη Κάθοδος, ενώ στο επονομαζόμενο Νεκυομαντείο του Αχέροντα συνέβαινε μια καθαρή Ψυχαγωγία
Σαν κι αυτή που μεταφέρει η παράδοση.
Το γεγονός θα πιστοποιηθεί στο τέλος της έρευνας πέρα από κάθε αμφιβολία.
Μια πρώτη επιβεβαίωση προκύπτει από το ίδιο το Ομηρικό κείμενο.Ο Οδυσσέας δεν κατεβαίνει στον Άδη. Το κείμενο δεν περιέχει, δεν χρησιμοποιεί τον όρο Κατάβαση, που θα οδηγούσε στην πίστη μιας επίσκεψης στον Άδη. Στο Ομηρικό κείμενο ο τρόπος επικοινωνίας με τους νεκρούς, είναι διαφορετικός. 
Ο ήρωας Ανεβάζει ψυχές από τον Άδη. 
Τουλάχιστον αυτό είναι το ουσιώδες αρχικό σημείο εκκίνησης του Δρώμενου. Μ’ αυτό το προηγούμενο η παρεμβολή του Λουκιανού, η οποία επηρεάζει όλη την υπόλοιπη, αληθινά φωτισμένης ερμηνείας διαδικασία, θα πρέπει να παραβλεφθεί. Φράσεις όπως οι ακόλουθες δεν φαίνεται ότι μεταφέρουν βεβαιότητα πιστής τέλεσης. Στη Θεσπρωτία, κανείς δεν είχε δεί, ούτε και περιγράψει σκηνές όπως οι ακόλουθες.

΄΄Υποβαλλόταν σε πράξεις εξαγνισμού και μαγείας άκουγε από τον ιερέα –οδηγό θαυμαστές διηγήσεις, προσευχές και επωδούς, ακατάληπτες δεήσεις προς τους υποχθόνιους δαίμονες και έκανε λουτρά στο παρακείμενο δωμάτιο για να καθαρθεί και να μείνει αλώβητος από την επικίνδυνη επαφή του με τα φάσματα των νεκρών.
Σε όλη τούτη τη διαδρομή ο οδηγός –ιερέας δεν έπαυε να επικαλείται, σύμφωνα με το Λουκιανό (Μένιππος 9 κ. ε.) τις ψυχές των νεκρών, « τη νυχτερινή Εκάτη και τη φοβερή Περσεφόνεια» αναμιγνύοντας μερικά βαρβαρικά και χωρίς σημασία ονόματα και λέξεις πολυσύλλαβες. Η αίθουσα αυτή αποτελούσε και το τέρμα της πορείας εφ΄όσον εκεί θα εμφανίζονταν τα είδωλα των νεκρών για να επικοινωνήσουν με τους χρηστηριαζόμενους.΄΄


Η τελευταία πρόταση επιβεβαιώνει την παρέκκλιση. Κατά την Κάθοδο στον Άδη, την οποία διηγείται ο Λουκιανός, ο επισκέπτης δεν είδε ψυχές, αλλά σκωπτικά έστω, είδε νεκρούς. Βρέθηκε στον κόσμο του Άδη μεταμφιεσμένος σε νεκρό ο ίδιος.
Βεβαίως η Ομηρική Νέκυα, (λ,1) κ.ε. έντεχνα παρουσιάζει τον μυθικό Οδυσσέα στον Άδη, να συναναστρέφεται και να συνομιλεί με τους νεκρούς, απτή πραγματικότητα η οποία προς στιγμήν, δείχνει ότι αναιρεί μια «φαινομενική» χρήση Ψυχαγωγίας, αλλά η αρχική θέση δεν αλλάζει αισθητά. Υποστηρίζεται από τα εξής στοιχεία:

Η ‘’ άκρη του Ωκεανού,’’ εκεί που η Κίρκη στέλνει τον Οδυσσέα, για την επιτέλεση της Θυσίας, περιγράφεται ως ένας εξωπραγματικός Κόσμος. Ουσιαστικά και αναμφισβήτητα, είναι μια ευφάνταστη Εικόνα ενός εγκόσμιου Άδη. 

«…δύσετό τ’ ήέλιος σκιόωντο τε πάσαι άγυιαί,
ή δ’ ές πείραθ’ ίκανε βαθυρρόου Ωκεανοίο.
Ένθα δε Κιμμερίων άνδρών δήμος τε πόλις τε,
ήέρι και νεφέλη κεκαλυμμένοι, ούδέ ποτ’ αύτούς
Ήέλιος φαέθων καταδέρκεται άκτίνεσσιν,
ούθ’ όπότ’ αν στείχησι προς ουρανόθεν προτρ’απηται,
άλλ’ έπί νύξ όλοή τέταται δειλοίσι βροτοίσι,
νήα μέν ένθ’ έλθόντες έκέλσαμεν, έκ δε τά μήλα
είλόμεθ’ αύτοί δ’ αύτε παρά ρόον Ωκεανοίο
ήομεν, όφρ’ ές χώρον άφικόμεθ’ όν φράσε Κίρκη…»
 

..Κι ο ήλιος σαν βασίλεψε κι ισκιώσανε όλοι οι δρόμοι,
το πλοίο στα πέρατα του τρίσβαθου Ωκεανού είχε φτάσει.
Εκεί ήταν των Κιμμερινών ο τόπος κι η πατρίδα,
που τους σκεπάζουν σύγνεφα κι ένα πηχτό σκοτάδι.
Ποτέ με τις αχτίδες του δεν τους φωτίζει ο ήλιος,
μήδ’ όταν στον αστρόφωτο ουρανό ανατέλλει,
μήδ’ όταν πίσω προς τη γή γυρίζει απ’τα ουράνια,
μόν’ τους σκεπάζει ένα βαθύ τους άμοιρους σκοτάδι.
Εκεί ήρθαμε κι αράξαμε, και παίρνοντας μαζί μας
τ’ αρνιά, τραβούσαμε κοντά στου Ωκεανού το ρέμα,
ωσότου φτάσουμε έπειτα στο μέρος πού ’πε η Κίρκη.. 


Στο απόσπασμα διακρίνονται άμεσα δύο εγγενή στοιχεία. Το πρώτο είναι η
εξωπραγματικότητα του περιγραφόμενου Τόπου, η οποία υποβάλλεται με έμφαση.
Τέτοιος τόπος είναι ασφαλώς άγνωστος, πάνω στην επιφάνεια της Γης.
Ένα δεύτερο αξιοπρόσεκτο στοιχείο προκύπτει από την ιδιαιτερότητα του Τόπου.
Όλοι οι χώροι δεν ήσαν κατάλληλοι, όχι μόνον για προσφορά, αλλά ούτε καν για
τέλεση Θυσίας. Τονίστηκε ήδη ότι είναι τα χαρακτηριστικά του επώνυμου, του
ειδικού, του αρμονικού Τόπου, όπου η επιτελούμενη Θυσία θα αποφέρει μέσω της
επιδιωκόμενης άρμοσης, της Αρμονίας, το όποιο επιθυμητό αποτέλεσμα.
Επαναλαμβάνεται ότι ο Τόπος, είναι σπουδαιότερος από την Θυσία.
Στο προκείμενο, το μακρύ ταξείδι έως την άκρη του Ωκεανού δικαιολογεί απόλυτα
την ιδιαιτερότητα. Αν δεν ήταν έτσι, « η άκρη του Ωκεανού » δεν χρειαζόταν.
Η οδηγία δείχνει ότι εκεί τελειώνει ο γνωστός αισθητός Κόσμος, και στην συνέχεια
αρχίζει η άγνωστη Χώρα του Υπερπέραν. Η χώρα των απελθόντων.
Η παράθεση αυτής ακριβώς της ζοφερής Εικόνας, αυτού του εξεζητημένου κλίματος,
που καλύπτει με θολή καταχνιά όλο το πεδίο, προοιωνίζει όχι μιαν Είσοδο στον Άδη,
αλλά μια κοινωνία, μιάν Επικοινωνία με τον Άδη. 

Με την άφιξη στον συγκεκριμένο χώρο, ο οποίος καλύπτεται από ΄΄πηχτό σκοτάδι,΄΄
είναι δυνατό να θεωρηθεί, ότι ο ήρωας βρίσκεται ήδη «μέσα» στον Άδη.
Η πραγματικότητα όμως είναι διαφορετική.
Χρήζει μάλιστα Σπουδής ιδιαίτερης.


«…έγώ δ’ άορ όξύ έρυσσάμενος παρά μηρού
βόθρον όρυξ’ όσσον τε πηγούσιον ένθα καί ένθα,
άμφ’ αύτώ δέ χοήν χεόμην πάσιν νεκύεσσι…»


..τράβηξα τότε απ’ το μηρί το μυτερό σπαθί μου,
κι άνοιξα λάκκο ως μιάν οργιά το φάρδος και το μάκρος,
κι έχυσα γύρω του χοές, στους πεθαμένους όλους..



«…τούς δ’ έπεί εύχωλήσι λιτήσι τε, έθνεα νεκρών,
έλλισάμην, τά δέ μήλα λαβών άπεδειροτόμησα
ές βόθρον, ρέε δ’ αίμα κελαινεφές, αί δ’ άγέροντο
ψυχαί ύπ’ έξ Έρέβευς νεκύων κατατεθνηώτων…»


..Κι αφού στα πλήθη των νεκρών με τάματα κι ευχές μου
δεήθηκα, πήρα τα’ αρνιά και τα ‘σφαξα στο λάκκο,
και πότισε το αίμα τους τη γή. Κι απ’ το σκοτάδι
των πεθαμένων οι ψυχές συνάχτηκαν σε λίγο..



«…δή τότ’ έπειθ΄έτάροισιν έποτρύνας έκέλευσα
μήλα, τά δή κατέκειτ’ έσφαγμένα νηλέϊ χαλκώ,
δείραντες κατακήαι, έπεύξασθαι δέ θεοίσιν…»


..Τότε είπα στους συντρόφους μου να γδάρουν και να κάψουν
τ’ αρνιά που κείτονταν στη γη σφαγμένα με μαχαίρι..



Διακρίνεται καθαρά πως ό,τι γίνεται, πραγματοποιείται όχι στον αληθινό Άδη, αλλά
εκεί στη σκοτεινή Χώρα. Σε διαφορετική περίπτωση θα πρέπει να γίνει αποδεκτό
ότι, πρώτον το αίμα δεν χύθηκε στην αυτονόητη γή, και δεύτερον ότι οι σύντροφοι
του Οδυσσέα, έχουν κι αυτοί «κατεβεί» στον Άδη.
Με την ίδια συλλογιστική δεν μπορεί να υποτεθεί ότι οι νεκροί «ανέβηκαν» στην γη,
για να πιούν αίμα, αλλά ότι πλησίασαν τον λάκκο, η παρουσία του οποίου ήταν
απαραίτητη για να αφορίσει τό εκατέρωθεν κράτος τού θεού. Ο θυσιαστικός βόθρος
έδειχνε με απόλυτη σαφήνεια, ότι ο οικείος χώρος ενδιαίτησης των νεκρών, έφτανε
και σταματούσε νομοτελειακά, μέχρι τις παρυφές του σκάμματος. Απαρέγκλιτα μέχρι
το χείλος. Από το έρρεβος δεν είχε, και δεν έχει, επιστρέψει ποτέ κανένας.
Κάτω από μια τέτοια θεώρηση είναι άστοχο να γίνεται λόγος για επίσκεψη, και πολύ
περισσότερο για Κατάβαση του Οδυσσέα στον Άδη. Προφανώς το πνεύμα της
επικής διήγησης να ενσωμάτωσε μια χρηστική παρουσία και αναφορά τόπου
ομώνυμου, αλλά ωστόσο γεωγραφικά έτερου. Ώστε αναγκαία γίνεται η εξής
υπογράμμιση:

Ο γνωστός μυθολογικός Οδυσσέας, 
δεν κατέβηκε ποτέ στον Άδη.

Δεν υπάρχει μαρτυρία ‘’περί Καταβάσεως Οδυσσέως εις Αϊδου.’’
Το προαναφερθέν απόσπασμα: Άχερουσιάς λίμνη έστιν πλησίον Ήρακλείας
Πόντου, ένθα μέν είς αϊδαο καταιβάτις έστί κέλευθος, με σαφήνεια περιγράφεται
ότι υπάρχει μια κατιούσα οδός προς τον Άδη. Είναι πολύ πιθανόν η οικονομία της
εξιστόρησης, στο προκείμενο να υπέβαλλε την Αχερουσία του Πόντου, και όχι το
γνωστό Νεκυομαντείο της Θεσπρωτίας, στο οποίο με ασφάλεια και πειστικότητα θα
αποδειχτεί ότι γινόταν μια θρυλική Ψυχαγωγία.

Επιπλέον, τη συνέχιση της λατρείας στο ιερό του Άδη κατά τους αρχαϊκούς και τους
κλασικούς χρόνους βεβαιώνουν τα πολυάριθμα ειδώλια του 7ου-5ου αι. π.Χ. που
εικονίζουν την Περσεφόνη με «πόλο» και τα νομίσματα του 4ου αι. π.Χ. των Ελεατών
και των Θεσπρωτών με τα σύμβολα της Περσεφόνης και του Άδη.
Σε άλλες κοπές εικονίζονται η Περσεφόνη με στεφάνι από στάχυα ως χορηγός της ζωής
και ο Κέρβερος,ο άγρυπνος φρουρός στην είσοδο του Άδη.


Ένα σοβαρό, αλλά όχι και ανυπέρβλητο εμπόδιο είναι η αναφορά στο Νεκυομαντείο,
της Θεσπρωτίας, του Κέρβερου. Του τρικέφαλου σκύλου, που φύλαγε την Είσοδο και
Έξοδο του Άδη. Ο Κέρβερος εικονίζεται σε νομίσματα Ελαιατών και Θεσπρωτών.
Η μαρτυρία θα ήταν επιπόλαιο να παραγκωνιστεί. Το σημειούμενο πολύ απλά, θα
ήταν δυνατόν να ερμηνευθεί ως «παρακολούθημα», της ταύτισης του Νεκυομαντείου,
με ένα συνώνυμο Καταβάσιον, αλλά και ως απορρέον αιτιατό.

Επειδή όλα τα δρώμενα στο Νεκυομαντείο, όπως θα αποδειχτεί τελικά ήταν
γνήσιες πράξεις, και όχι σύμβολα και μιμήσεις, ο μυθικός Κέρβερος ήταν
αδύνατο να έχει την οποιαδήποτε οντολογική παρουσία.


Ένας παρηγορητικός λόγος θα ήταν η χρονολογία της μαρτυρίας. Τα νομίσματα
φέρεται ότι κόπηκαν γύρω στον 4ο αι. Ο ανακουφιστικός λοιπόν λόγος απλά συν-
οψίζεται στο ότι αυτή η τόσο χαμηλή χρονολογία, περισσότερο μεταφέρει πίστεις και
παραδόσεις του ηρωϊκού (μυκηναϊκού) παρελθόντος, και πολύ λιγότερο τις ήδη
εικονικές και συμβολικές μεταφορές του αρχικού σφριγηλού δρώμενου.
Από τον 4ο αιώνα οι Λειτουργίες είναι μηχανικές Επαναλήψεις της πρότυπης Πράξης.
Τον 4ο αιώνα όπως και σε άλλα Ιερά, οι θρησκευτικές πρακτικές είχαν τροποποιηθεί,
και υπάκουαν στις «δημοκρατικές» αντιλήψεις του θλιβερού φαινόμενου Πόλις.
Η μαρτυρία της τότε σύγχρονης Θεολογίας το επιβεβαιώνει..

«…παραδέδοται δέ παρά τών άρχαίων καί παμπαλαίων έν μύθου
σχήματι καταλελειμμένα τοίς ύστερον ότι θεοί τε είσίν
ούτοι καί περιέχει τό θείον την όλην φύσιν. τά δέ λοιπά
μυθικώς ήδη προσήκται πρός τή πειθώ τών πολλών καί
πρός τήν είς τούς νόμους καί τό συμφέρον χρήσιν, άνθρω-
ποειδείς τε γάρ τούτους καί τών άλλων ζώων όμοίους τισί
λέγουσι, καί τούτους έτερα άκόλουθα καί παραπλήσια τοίς
είρημένοις, ών εί τις χωρίσας αύτό λάβοι μόνον τό πρώ-
τον, ότι θεούς ώοντο τάς πρώτας ούσίας είναι θείως άν είρη-
σθαι νομίσειεν, καί κατά τό είκός πολλάκις εύρημένης είς
τό δυνατόν έκάστης τέχνης καί φιλοσοφίας καί πάλιν
φθειρομένων καί ταύτας τάς δόξας έκείνων οίον λείψανα
περισεσώσθαι μέχρι τού νύν. ή μέν ούν πάτριος δόξα καί
ή παρά τών πρώτων έπί τοσούτον ήμίν φανερά μόνον…» 
9

Ο Αριστοτέλης, αναφέρει μια Παράδοση, που κληροδοτήθηκε στους μεταγενέστερους
από τους αρχαίους, και παμπάλαιους σε σχήμα Μύθου, “ότι τα άστρα είναι θεοί” και
ότι το θείον περικυκλώνει ολόκληρη την Φύση.
Τα υπόλοιπα έχουν με μυθολογικό τρόπο προστεθεί, και σκοπεύουν στην
δημιουργία υπακοής του όχλου (πρός τήν πειθώ τών πολλών) και στην
επωφελή χρήση τους ώστε να επιβάλλεται η έννομη τάξη.
Χαρακτηρίζουν λοιπόν τους θεούς ανθρωπόμορφους, και μάλιστα σε μερικές
περιπτώσεις τους δίνουν και μορφή ζώων. Εάν όμως ξεχωρίσει και πάρει κανείς την
αρχική βάση, ότι δηλαδή πίστευαν πως οι πρώτες ουσίες είναι θεοί, θα μπορέσει να
διαπιστώσει ότι όντως πρόκειται περί θεϊκών αληθινά πίστεων, που μέσα στις εποχές
και τις φιλοσοφικές επιστήμες άλλαξαν, ώστε σήμερα να τις αποδεχόμαστε ως
‘’σεβάσμια λείψανα….”


Υπολείπονται μερικές ακόμη παρεμβάσεις. Η αλήθεια είναι όχι ιδιαίτερης σημασίας.
Τουλάχιστον όχι τόσης, όση είναι και, η σχετική με την υποστήριξη τέλεσης
Ψυχ-αγωγίας, στο Νεκυομαντείο από τον Οδυσσέα, και όχι κυριολεκτικής
Κατάβασης. Παρατίθενται με την προσδοκία βελτίωσης, στην όντως εμπνευσμένη
ερμηνεία και του συνολικού χώρου του Νεκυομαντείου, αλλά και των αντικειμένων
που ήρθαν στο φως από την ανασκαφή του καθηγητή Σωτήρη Δάκαρη.
Μιά ανασκαφή, την οποία ακολούθησε ένα οδυνηρό προσωπικό συμβάν, το οποίο ο
ίδιος ο Σωτήρης Δάκαρης, καρτερικά υπέμενε, και μελαγχολικά περιέγραψε ότι ήταν
ένα «φυσικό» επακόλουθο:

…Ήταν η συνέπεια διατάραξης της ησυχίας των νεκρών στο Νεκυομαντείο…

1)…εισερχόταν στον ανατολικό διάδρομο, όπου, μαζί με τον ιερέα-οδηγό, θυσίαζε και
έκανε χοές, όπως μαρτυρούν τα λείψανα ανθράκων και καμένα κόκκαλα ζώων.(Χρ.)
…Στο διάδρομο θυσίαζε ένα πρόβατο μέσα σε λάκκους που βρέθηκαν στις ανασκαφές
με λείψανα ανθράκων και καμένα κόκαλα ζώων.(Δάκαρης)

Υποστηρίχθηκε ήδη, αλλά και αποδείχτηκε πρακτικά ότι η Θυσία, είναι η κινητήρια
δύναμη
 της κάθε τελούμενης Ιεροπραξίας. Του κάθε επαναλαμβανόμενου Τυπικού.
Η Θυσία είναι το κατ’ εξοχήν αντικείμενο της ιερατικής τέχνης.
Αποτελεί μιάν ασφαλέστατη πράξη, για την επίτευξη πρόσβασης στην θεότητα.
Στην Ομηρική Νέκυα, μετά την σφαγή στον Βόθρο, σύμφωνα με την διήγηση, τα ζώα
γδάρθηκαν και στην συνέχεια κάηκαν. Ανήκαν στα επονομαζόμενα Ολοκαυτώματα.

«…τότ’ έπειθ’ έτάροισιν έποτρύνας έκέλευσα
μήλα, τά δή κατέκειτ’ έσφαγμένα νηλέϊ χαλκώ,
δείραντας κατακήαι, έπεύξασθαι δε θεοίσιν…»
10

…Τότε είπα στους συντρόφους μου να γδάρουν και να κάψουν
τ’ αρνιά που κείτονταν στη γη σφαγμένα με μαχαίρι…


Η πράξη της καύσης ασφαλώς έπεται, και βεβαίως επισυμβαίνει σε τόπο έτερο.
Δεν γίνεται να καούν εκεί ακριβώς που σφαγιάστηκαν. Ο τόπος της Θυσίας αποτελεί
το Κέντρο δράσης. Η καύση είναι περίμετρος. Θεωρείται δευτερογενές μέλημα.
Δεν γίνεται στον ίδιο ειδικό χώρο. Και βεβαίως ούτε αναγκαστικά στον ίδιο χρόνο.
Ακόμη και στο Ομηρικό κείμενο δεν σημειώνεται ιδιαίτερη σπουδή.
Ο Οδυσσέας παραγγέλνει την εκδορά και την καύση, αφού τα είδωλα ήδη έχουν
συναχτεί γύρω από τον Βόθρο. Η λεπτομέρεια είναι πολύ σημαντική.
Κατά συνέπεια, οι λάκκοι με τα λείψανα ανθράκων και καμένα κόκαλα ζώων, δεν
επιμαρτυρούν ούτε και προσδιορίζουν τον κύριο τόπο της σφαγής. Στην προκειμένη
περίπτωση, ο κύριος τόπος της Θυσιαστικής ροής του αίματος βρισκόταν αλλού.
Θα προταθεί αναλυτικά λίγο αργότερα.

2) Αξιοπρόσεκτη είναι η τριμερής διάρθρωση του μεγαλοπρεπούς ταφικού μνημείου,
του μαντείου του Αχέροντα. Τρείς διάδρομοι, τρία δωμάτια προετοιμασίας, και
επομένως τρείς φάσεις προετοιμασίας, τρείς πύλες σε κάθε διάδρομο, και στο
λαβύρινθο. Τριπλή η εσωτερική διαίρεση του κυρίως ιερού, τρία δωμάτια, στο καθένα
από τα πλευρικά κλίτη. Η τριμερής αυτή διαίρεση φαίνεται ότι έχει σχέση με την
παραμονή των ανθρώπων οι οποίοι υφίσταντο σε τρείς φάσεις την προετοιμασία, όπως
συνέβαινε και στα Καβείρια της Σαμοθράκης.
ΤΟ ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΟ ΤΟΥ ΑΧΕΡΟΝΤΑ σελ.29

Η έντονη υπογράμμιση από τον καθηγητή Σωτήρη Δάκαρη, της τριπλής ανάπτυξης
του ευρύτερου χώρου, έχει την ερμηνεία της. Είναι ο μεγάλος Αριστοτέλης που
δικαιολογεί απόλυτα στην Θεολογία, ένα συμπέρασμα, τριαδικής προσέγγισης του
θεού. Έχει ζωηρό ενδιαφέρον η εν λόγω παράγραφος, η οποία παρατίθεται στο πρώτο
κιόλας κεφάλαιο. 11

«…Συνεχές μέν ούν έστι τό διαιρετόν είς άεί δι-
αιρετά, σώμα δέ τό πάντη διαιρετόν. Μεγέθους δέ τό μέν έφ’
έν γραμμή, τό δ’ έπί δύο έπίπεδον, τό δ’ έπί τρία σώμα.
καί παρά ταύτα ούκ έστιν άλλο μέγεθος διά τό τρία
πάντα είναι καί τό τρίς πάντη. Καθάπερ γαρ φασί καί οί
Πυθαγόρειοι, τό πάν καί τά πάντα τοίς τρισίν ώρισται, τε-
λευτή γάρ καί μέσον καί άρχή τόν άριθμόν έχει τόν τού
παντός, ταύτα δέ τόν τής τριάδος.
“πρός τάς άγιστείας χρώμεθα τών θεών τώ αριθμώ τούτω…»


..αυτό που διαιρείται σε μέρη συνεχώς διαιρετά, είναι το συνεχές, ενώ αυτό που
διαιρείται καθ’ όλες του τις διαστάσεις είναι το σώμα. Ως προς τα μεγέθη, αυτό
που εκτείνεται σε μια διάσταση είναι η γραμμή, σε δυο το επίπεδο, και σε τρείς το
σώμα. Εκτός από αυτά το τρία, δεν υπάρχει άλλο μέγεθος, επειδή μόνο τα τρία
αυτά διαπιστώνονται (σε όλα τα φυσικά σώματα) και το ΠΑΝ περιλαμβάνεται
στους τρείς αυτούς προσδιορισμούς. Όπως άλλωστε λένε και οι Πυθαγόρειοι,
το πάν και τα πάντα ορίζονται από τον αριθμό τρία, γιατί το τέλος, το μέσο,
και η αρχή αντιπροσωπεύονται από τον αριθμό του παντός, που είναι ο αριθμός τρία.
Γι’ αυτό, έχοντας πάρει από την φύση αυτές τις έννοιες σαν νόμους της,
χρησιμοποιούμε και κατά τις θεοτικές τελετές αυτόν τον αριθμό..


Οι θεοτικές τελετές, οι αγιστείες, σε ερμηνεία ευστοχότερα αποδίδονται,
ως πρόσβαση, ως πηγαιμός προς τον θεό. Κατά συνέπειαν οι εκτιμήσεις του
ανασκαφέα καθηγητή Σωτήρη Δάκαρη, γίνονται αναμφίβολα αποδεκτές στην
γενικότητα τους.
Τα εδώ όσα εδώ, υποκειμενικά άλλωστε παρατίθενται, δεν είναι άλλο, από απλές
δευτερεύουσες συμπληρώσεις. Ένα τελευταίο, που αυτόματα προκύπτει από
προσωπική σχέση έρευνας με ένα επώνυμο Ιερό, είναι το εξής.

…η ανακοίνωση των απορρήτων του Άδη, επέσυρε την ποινή του θανάτου, με την
βαριά κατηγορία της «ασέβειας». Πιθανώς για να αποφύγει την κατηγορία αυτή ο
Λουκιανός μετέφερε τη σκηνή της νεκυομαντείας, στην Αχερουσία και στον Αχέροντα,
από την Θεσπρωτία στη Μεσοποταμία…
 12

Μιά απλή παρέμβαση συνίσταται στο ότι, το γεγονός δεν εμπόδισε τον Λουκιανό,
να καταλείψει δηκτικά μια τελευταία λοιδορία στην ‘’ΝΕΚΥΟΜΑΝΤΕΙΑ’’ του.
Κατά κάποιο τρόπο υπαινίχθηκε μια επικοινωνία του Άδη με την μητροπολιτική
Ελλάδα. Στο τέλος της διήγησης αναφέρει ότι οι επισκέπτες του Άδη, από την
περιοχή Εισόδου παρά τον Ευφράτη ποταμό της Ασίας, επέστρεψαν στον «επάνω
Κόσμο» μέσα από το Καταβάσιον - μαντείον του Τροφωνίου στην Λειβαδιά.
Ωστόσο από αυτή την προσπάθεια αποκατάστασης της κεντρικής λειτουργίας του
Νεκυομαντείου, περισσότερο ως υπεκφυγή θα σημειωνόταν, απ’ ότι ίσως ημιτελής
λόγος, μιά παράκαμψη, ή αποσιώπηση κάποιων ξενόφερτων «πυροτεχνημάτων».

Το 1982 ο Baatz υποστήριξε ότι η παρουσία τόσων τροχών καταπελτών αποδείχνει ότι
το κεντρικό οικοδόμημα με τους ισχυρούς τοίχους είναι οχυρωματικός πύργος
αγροκτήματος, που απαντά στην Αττική και αλλού. Ο ανασκαφέας όμως είχε
αντιπροτείνει ότι τα μεταλλικά αυτά εξαρτήματα, ήταν τμήματα γερανών που θα
χρησίμευαν για να εμφανισθούν οι σκιές των νεκρών. Πρόσφατα οι Fooache –
Qoantin, σε μια νέα συνδυαστική απόπειρα κάνουν λόγο για οχυρωμένη αγροικία των
ελληνιστικών χρόνων: και σε αυτούς αντιπροτείνουμε την αρχαία Γραμματεία, τα
αρχαιολογικά δεδομένα και την αρχιτεκτονική μορφή του ιερού.
13

Δεν είναι πρώτη φορά που ξένοι αρχαιολόγοι διατυπώνουν τέτοιου είδους εκτιμήσεις,
φανερά αντίθετες στις απόψεις του ανασκαφέα. Ένα ίδιο φαινόμενο, αλλά
εκπληκτικής αστοχίας, (χωρίς βεβαίως ν’ αποκλείεται ή παρεμβολή μιας
υποβαλλόμενης κακοήθους εκτίμησης), επαναλήφθηκε στην Λειβαδιά.
Θα έλεγε κανείς πως υπάρχουν επιστήμονες οι οποίοι απλά δηλώνουν οτιδήποτε
προκειμένου να «περάσουν» στην Βιβλιογραφία. Στην προκειμένη περίπτωση αυτοί
οι επίδοξοι ζηλωτές ορθοτομούντος λόγου, θα έπρεπε να εκτιμήσουν με την δέουσα
προσοχή, και πάνω απ’ όλα, αυτά τα δεκαπέντε πώρινα τόξα της Αίθουσας.
Ασφαλώς αυτό δεν ήταν ένα Ρωμαϊκό κελάρι παλαίωσης κρασιών, αλλά ούτε και
απλός αχυρώνας οχυρωμένου αγροκτήματος. Ασφαλώς τα πώρινα τόξα δεν έχουν
ενσωματωθεί στην Αίθουσα ως αρχιτεκτονικό υποστήριγμα, αλλά ούτε και ως ένα
πολυδάπανο, όσο και ανώφελο καλλωπιστικό πρόσθετο σ’ ένα ανήλιαγο υπόγειο.


Θα ήταν μια εξαιρετική εύνοια της Τύχης, η γνωριμία της αρχαίας
τέχνης και τεχνικής, που καθιστούσε δυνατή μιάν ασφαλή
επικοινωνία με τον Κόσμο των Ειδώλων. Αυτό το ανυπέρβλητο έως
σήμερα έργο, διαδραματιζόταν στο εσωτερικό της Μεγάλης
Αίθουσας, τον καιρό της ακμής του μοναδικού μνημείου…….




ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΛΟΓΟΥ ΕΜΠΕΙΡΙΚΟΥ


Κάποτε προτάθηκε η εξής λογική παρατήρηση :
‘’πάν τό ύπερέχον, είναι άνώτερον τού ύπερεχομένου.’’
Ο Σοφιστής ήταν παρών και είπε :
‘’ άρα η κράμβη η κεφαλωτή, (κοιν.Καμπρολάχανο, ή μάπα)
που βρίσκεται επάνω στη Γη, υπερέχει της Γης !!!


Είναι ίσως το καταλληλότερο έναυσμα, ο προτεινόμενος λόγος λειτουργίας του
περιφανούς Ιερού, ν’ αρχίσει από αυτήν την αινιγματική συστοιχία των δεκαπέντε
πώρινων τόξων. Το εμφανέστατο ιδίωμα του πωρόλιθου είναι η «σπογγοειδής»
σύστασή του. Ως συνέπεια λοιπόν των μικρών και μεγάλων πώρων του πετρώματος,
εκείνο που θα πρέπει να ανακρατηθεί, είναι το ιδίωμα της εμφανούς
απορροφητικότητας. Τα διάκενα μεταξύ των πώρινων τόξων, εκτός από το ότι
σχηματίζουν τέλειες καμπ-ύλες, δεν είναι δομημένα από κάποιο αντίστοιχο υλικό
πωρόλιθου. Το γεγονός σε τίποτα δεν απαγορεύει μιάν αυθαίρετη υπόθεση, που θα
ήθελε την επιφάνεια αυτή μεταξύ των πώρινων τόξων, να είναι καλυμμένη από
χαλκό. 14

Το δάπεδο του Νεκυομαντείου, είναι επίπεδα διαμορφωμένο απ’ ευθείας πάνω στον
φυσικό βράχο. Εντύπωση προκαλεί η απουσία μιας πιθανής επίστρωσης με πυρίτιο.
Ακόμη εντυπωσιακότερη γίνεται η συνέχεια της περιγραφής των ευρημάτων από τον
καθηγητή κ. Σωτήρη Δάκαρη.

Στην ανασκαφή της κεντρικής αίθουσας των ειδώλων εκτός από πολλά άλλα ευρήματα
βρέθηκαν και μια μάζα από σιδερένιους τροχούς άρματος, ένας μεγάλος μπρούτζινος
λέβητας και γύρω σκορπισμένοι χάλκινοι τροχοί από καταπέλτες του 3 αι. π.Χ. και
καστάνιες .(αρχ.επίσχεστρα) Η φύση και η θέση του ευρήματος στο βάθος της
αίθουσας εκεί όπου εμφανίζονταν τα είδωλα, μαρτυρούν ότι η μηχανή αυτή
προοριζόταν για την κάθοδο των ειδώλων από την οροφή της αίθουσας.
Πιθανώς πρόκειται για γερανό, στου οποίου το ένα άκρο ήταν κρεμασμένο το είδωλο
του νεκρού και στο άλλο το αντίβαρο.


Στο γειτονικό, βορειοανατολικό δωμάτιο, βρέθηκαν είκοσι δύο σιδερένιες πλίνθοι,
βάρους η καθεμιά 6-10,5 χλγρ που θα χρησίμευαν για αντίβαρο. Για το σκοπό αυτό οι
εξωτερικοί τοίχοι του κεντρικού ιερού είχαν το μεγάλο ένα πάχος (3,30μ.) Θα έκρυβαν
στην ανωδομία τους κρυφούς διαδρόμους, στους οποίους μπορούσαν να κυκλοφορούν
αόρατοι οι ιερείς. Όπως σημειώσαμε, οι τοίχοι ψηλότερα ήταν χτισμένοι με μεγάλα
τούβλα, πολλά από τα οποία βρέθηκαν στις ανασκαφές. Μεταξύ των δύο εξωτερικών
τοίχων σχηματίζονταν διάδρομοι, πλάτους 1,50 ή 2,40 μ. Από τη θέση αυτή ή από την
οροφή με τη βοήθεια του γερανού εμφανίζονταν τα σκηνοθετημένα είδωλα των νεκρών
και συνομιλούσαν με τους χρηστηριαζόμενους.


Η μαρτυρία: 
Η φύση και η θέση του ευρήματος στο βάθος της αίθουσας εκεί όπου
εμφανίζονταν τα είδωλα, μαρτυρούν ότι η μηχανή αυτή προοριζόταν για την κάθοδο
των ειδώλων από την οροφή της αίθουσας
, θα έπρεπε να στηρίζεται σε ορθότερες,
διαφαινόμενες άλλωστε αντιλήψεις. Τα είδωλα των νεκρών ποτέ και πουθενά δεν
περιγράφηκε ότι ‘’κατεβαίνουν,’’ αλλά πάντα έχουν μια ‘’ανιούσα’’ παρουσία.
Αυτό όμως είναι το λιγότερο. Η μεγάλη πλάνη και μάλιστα ως επισφαλές Πρότυπο με
διαιωνιζόμενη επίδραση, εντοπίζεται στην εξής πρόταση: 
Στην ανασκαφή της κεντρικής αίθουσας των ειδώλων εκτός από πολλά άλλα ευρήματα βρέθηκαν και μάζα από σιδερένιους τροχούς άρματος, και γύρω σκορπισμένοι χάλκινοι τροχοί, πιθανώς
πρόκειται για γερανό, στου οποίου το ένα άκρο ήταν κρεμασμένο το είδωλο του νεκρού
και στο άλλο το αντίβαρο. Από την οροφή με τη βοήθεια του γερανού εμφανίζονταν τα
σκηνοθετημένα είδωλα των νεκρών και συνομιλούσαν με τους χρηστηριαζόμενους.


Από την οροφή με τη βοήθεια του γερανού εμφανίζονταν τα
σκηνοθετημένα είδωλα των νεκρών και συνομιλούσαν με
τους χρηστηριαζόμενους(!!!)


Τί οξυδερκής εκτίμηση ! Τί ορθολογιστική προσέγγιση ! Πόσο αφοπλιστικό και
πειστικό συγχρόνως συμπέρασμα ! Κάτω από τέτοια επιστημονική ρήση,
τοίς κείνων ρήμασι πειθόμενος, ο οποιοσδήποτε θα έπρεπε να μείνει ενεός, και
άφωνος.
Αλήθεια υπήρξαν κάποτε ιερείς, που είχαν τόσο αναπτυγμένη δεξιότητα, ώστε να
κινούν κατασκευασμένες φιγούρες – είδωλα νεκρών, και να δίνουν καθημερινές
παραστάσεις; Υπήρξαν κάποτε ιερείς τόσο ικανοί, ώστε να παρουσιάζουν κατά
παραγγελία είδωλα νεκρών, που τάχα έρχονταν από τον Άδη;

Αν κάτι τέτοιο αληθεύει η συνομιλία θα ήταν κάπως έτσι:
Καραγκιόζη ματάκια μου….
Τί θές ρε Χατζατζάρη…..
Έρχεται ο σιόρ Διονύσιος…

(Όχι απίθανο, ο γραφικός Ζακυνθινός να έσερνε με σκοινί, και τον Κέρβερο!!!)

Τί θα πρέπει λοιπόν να γίνει αποδεκτό; Ότι στο Νεκυομαντείο της Θεσπρωτίας,
λειτούργησε κάποτε το πρώτο Θέατρο Σκιών στο Κόσμο;
Ότι οι προσφεύγοντες εκεί με τη θέλησή τους, σύρονταν σε μιάν εξαπάτηση;
Ότι ένα διεφθαρμένο ιερατείο για διάστημα χρόνου ικανού, για δεκαετίες και
εκατονταετίες εξαπατούσε τους επισκέπτες; Και πόσο αφελείς ήσαν αυτοί οι
επισκέπτες; Αλήθεια θα πραγματοποιούσε κάποιος μια πολυήμερη επίσκεψη στο
περίφημο Νεκυομαντείο, με πλήρη επίγνωση ότι εκεί κάποιο πρόσωπο βγαλμένο από τους 
« Άθλιους του Ουγκώ», ένας «νεκροθάφτης Θερσανέμης», θα του παρουσίαζε
πάνω σ’ ένα συρόμενο μηχάνημα, κάποιο συγγενικό του πρόσωπο; Κι αν κάτι τέτοιο
συνέβαινε την «γνήσια» φωνή του γνωστού και προσφιλούς νεκρού, ποιος και με
ποιο τρόπο κατάφερνε να μιμηθεί ;
(Μήπως ο Νεάντερταλ θα ερμήνευε το πυρηνοκίνητο υποβρύχιο, περισσότερο
ορθολογιστικά απ’ ότι η σύγχρονη αντίληψη ερμηνεύει το αρχαίο Νεκυομαντείο;)

Σ’ αυτήν την Ιστορία, η αλήθεια είναι ότι κάποιοι γίνονται αφελείς.
Το ευτύχημα είναι ότι αυτοί οι αφελείς δεν ήσαν οι αρχαίοι Έλληνες.
Χωρίς ίχνος σωβινισμού: Αυτή η βέβαιη προσβολή της αρχαίας Ελληνικής σκέψης,
αυτή η προσβολή της αρχαίας Ελληνικής Θρησκείας, αυτή η προσβολή του
αρχαιοελληνικού Ορθολογισμού, αυτή η προσβολή και απαξίωση του άνθους της
ανθρώπινης διανόησης, αρκετά παρατράβηξε. Η σύγχρονη βλακεία, είναι ώρα να
πάψει διαιωνιζόμενη.

Ακόμη κι αν τίποτε από την υποθετική λειτουργία, η οποία ακολουθεί, δεν
ανταποκρίνεται στην αλήθεια, αυτή η βέβαιη πλάνη, πρέπει κάπου να σταματήσει.
Απλά, πολύ απλά, δεν τιμά ούτε την αρχαία, αλλά ούτε την σύγχρονη κρίση.
Είναι απαράδεκτο να προσβάλλεται και η παλαιά, αλλά και η σύγχρονη νοημοσύνη,
και μάλιστα από ειδικούς επιστήμονες, (έκαναν και ειδικές μετρήσεις ακουστικής
μέσα στην Αίθουσα!!!) με φράσεις όπως η ακόλουθη :

Οι ιερείς είχαν στήσει εκεί μια προσοδοφόρα επιχείρηση εξαπάτησης αφελών που
πίστευαν ότι από εκεί, από τον πιο κοντινό στις πύλες του Άδη χώρο, θα μπορούσαν να
επικοινωνήσουν με τους χαμένους για πάντα αγαπημένους τους κατεβαίνοντας σε μια
κρύπτη, κατάλληλα διακοσμημένη και εξοπλισμένη με τους μηχανισμούς ανεβάσματος
και κατεβάσματος διαφόρων ειδώλων, ενώ οι ιερείς κυκλοφορούσαν ανάμεσα σε
διπλούς τοίχους κάνοντας διάφορα σαν να ήταν πρόγονοι του «μάγου» Ντέιβιντ
Κόπερφιλντ, ή του Χάρυ Πότερ. 
(ταύτα έφησαν επιστήμονες γιδόμαγκες) i


Η ώρα των αποδείξεων



Οπωσδήποτε τα όσα ακολουθούν μοιάζουν με ευφάνταστο σενάριο. Ναι, αλλά
τουλάχιστον δεν είναι τόσο παιδαριώδη σαν κι εκείνα που προαναφέρθηκαν.
Η σωρευμένη λοιπόν εμπειρία που αποκτήθηκε από την πολύχρονη μελέτη και
έρευνα
, όπου μελέτη και έρευνα, μεταφράζεται ως: προσωπική εμπειρία, στο
ανασκαφέν άδυτο του Τροφώνειου μαντείου στην Λειβαδιά, οδήγησε στην εξής
υποθετική λειτουργία του Μεγάλου Νεκυομαντείου.
Τα υπολείμματα από τροχούς και ίχνη άρματος που βρέθηκαν στην άκρη της
Αίθουσας, και τα οποία ο καθηγητής κ. Σωτήρης Δάκαρης, παρομοίασε με εκείνη την
θεατρική μηχανή με την οποία εμφανιζόταν ο ‘’από μηχανής θεός,’’ στο πολιτειακό
θέατρο, πράγματι ήταν σε χρήση κατά τον χρόνο της λειτουργίας.
Πράγματι με το μηχάνημα κάτι μεταφερόταν, αλλά όχι βέβαια είδωλα 
νεκύων αμενηνά κάρηνα. Κάτι τέτοιο θα ήταν και ανήκουστο, αλλά και ακατόρθωτο. Κάτι τέτοιο σε παρομοίωση θεατρικής σκηνοθετικής μεταφοράς, δεν θα ήταν
δυνατόν να εξαπατήσει ακόμη ούτε και ένα αφελέστατο παιδάκι.

Αντιθέτως πάνω στο συρόμενο μηχάνημα, δεν βρίσκονταν άψυχα είδωλα, που τα
οδηγούσε στο πουθενά ένας «άθλιος», αλλά κάτι άμεσα ζωντανό. Κάτι καθοριστικό
στην επιτέλεση του όλου Δρώμενου. Εκεί πάνω βρισκόταν ο επισκέπτης.
Ήταν ανεβασμένος στο «άρμα», ακριβώς γιατί του παρείχε ασφάλεια.
Σ’ αυτήν την θέση, ήταν αρκετά ψηλότερα, πάνω από τον Μεγάλο Βόθρο, ο οποίος
εκτεινόταν σε όλο το δάπεδο της υπόγειας Αίθουσας.

Ο χώρος εμφάνισης των αληθινών ειδώλων, ήταν ένας αληθινός Βόθρος. 
Σε άμεση συνάρτηση με την Αίθουσα. 
Σε άμεση επαφή με την απαραίτητη κατάσπειση του ζωηφόρου αίματος. 
Ο χώρος εμφάνισης των ειδώλων, ήταν αποκλειστικά το δάπεδο της Αίθουσας. Εκεί βρισκόταν ένα αληθινό Βασίλειο του Άδη. Ο χώρος εμφάνισης των ειδώλων, ήταν αποκλειστικά ο Βόθρος. Ο χώρος εμφάνισης των ειδώλων, ήταν αποκλειστικά το δάπεδο της Αίθουσας.


Ο πηγούσιος βόθρος της ομηρικής Νέκυας, στάθηκε το πρότυπο μιας αρχιτεκτονικής
μεταφοράς, απαραίτητης για την αποτελεσματικότερη λειτουργία, της τέλεση ενός
ύστερου Δρώμενου Ψυχαγωγίας, και ασφαλώς ο χώρος αυτός ήταν το υπόγειο με τα
πώρινα τόξα. Η αποδοχή μιας τέτοιας υπόθεσης γίνεται περίπου φυσιολογική, ή
τουλάχιστον δεν είναι τόσο δύσπεπτη, όσο είναι η προτεινόμενη αντίθετή της.
Ο μόνος λοιπόν τρόπος, για να προσεγγίσει ο επισκέπτης τον κόσμο των θνητών, και
να επιτύχει μια κοινωνία με τα είδωλα, ήταν να βρίσκεται πάνω από το δάπεδο, και
κάτω από τα πώρινα τόξα, σε ύψος ικανό, που να του παρέχει κάθε ασφάλεια.
Ίσως μάλιστα στο εν λόγω «άρμα» να βρισκόταν αποκλειστικά μόνο το ζώο της
Θυσίας. Εκεί ακριβώς πάνω από τον Βόθρο, γινόταν η σφαγή.
Σε άμεση ετοιμότητα, σε θέση κατακόρυφη, ώστε το ιερείον, να έχει όπως έπρεπε τον
‘’λαιμό στραμμένο προς το έρεβος.’’ Το αίμα χυνόταν σε όλο το μήκος του δαπέδου.
Το αίμα σε κατάσπειση, ράντιζε όλη την επιφάνεια του δαπέδου.

Οδηγητικές φράσεις όπως η ακόλουθη Ομηρική, μόνον έτσι γίνονται κατανοητές.

«…ές βόθρον, έρεε δ’ αίμα κελαινεφές. αί δ’ άγέροντο
ψυχαί ύπεξ’ Έρέβευς νεκύων κατατεθνηώτων…» 15


Την συνέχεια υποβάλλει το κείμενο της Οδύσσειας.

«…ψυχαί …….. νεκύων κατατεθνηώτων.
νύμφαι τ’ ή θεοί τε πολύτλητοι τε γέροντες,
παρθενικαί τα’ άταλαί νεοπενθέα θυμόν έχουσαι,
πολλοί δ’ ούτάμενοι χαλκήρεσιν έγχείησιν,
άνδρες άρηφατοι, βεβροτωμένα τεύχε’ έχοντες,
οί πολλοί περί βόθρον εφοίτων…»


…Των πεθαμένων οι ψυχές συνάχτηκαν σε λίγο,
κορίτσια, αγόρια λεύτερα, βασανισμένοι γέροι,
παρθένες απαλόκορμες με νιόθωρη τη λύπη,
κι άλλοι που με τα χάλκινα τους χτύπησαν κοντάρια,
με τα’ άρματα αιματόβρεχτα και πολεμοσφαγμένοι.
Κι όλοι στο λάκκο τρέχανε….



Ένα πλήθος απελθόντων εμφανιζόταν.
Αληθινές ψυχαί ύπεξ’ Έρέβευς νεκύων κατατεθνηώτων, γέμιζαν την υπόγεια
Αίθουσα για να τύχουν της ευργεσίας του ζωοποιού αίματος. Της Ζωοποιητικής
Δύναμης που είχε το αίμα, όταν κατά την κατάσπειση, ράντιζε το δάπεδο.
Εκεί ανάμεσα στο πλήθος των ειδώλων, εκείνος που κατέφευγε στη χρήση του Ιερού,
με κάθε βεβαιότητα αντίκριζε το προσφιλές πρόσωπο, για το οποίο είχε υποβληθεί
στο αληθινό Πάθος της Ψυχαγωγίας. Στο Νεκυομαντείο δεν υπήρχε απάτη.
Απλούστερη διατύπωση δεν ενδείκνυται. Το απαγορεύει και ο Αϊνστάιν όταν λέει:
‘’Τα ζητήματα πρέπει να τίθενται απλά, όχι όμως απλούστερα.’’
Είτε γίνει αποδεκτό, είτε όχι, αυτή ήταν περίπου η λειτουργία του Νεκυομαντείου.

Το όλο εγχείρημα, το όλο Δρώμενο ήταν καρπός και αποτέλεσμα, εκείνου που ο
μεγάλος Αριστοτέλης ονόμασε, μυστικά της φύσεως και της τέχνης.
Υπάρχουν όχι κάποια, αλλά πολλά μυστικά, που η φανέρωσή τους σύμφωνα με
τον Φιλόσοφο, επισείει τον κίνδυνο παραβίασης μιας Ουράνιας Σφραγίδας, από
την οποία είναι δυνατόν να προκληθούν πλείστες όσες καταστροφές. Δεν θα ήταν
κάποιος μακριά από την αλήθεια, αν παρομοίαζε την σχάση του πυρήνος που
οδήγησε στην κατασκευή της ατομικής βόμβας, ως ένα «σπάσιμο σφραγίδας»
από τις συνέπειες της οποίας ο Κόσμος δεν έχει απαλλαγεί. To γεγονός είναι μια
καθαρή Αποκάλυψη, κάποιου απόκρυφου Μυστικού της Φύσεως και της
Τέχνης. Ένα παρόμοιο επίτευγμα ήταν σε χρήση στο μεγάλο Νεκυομαντείο.
Διαφορετικά θα πρέπει να γίνει αποδεκτό ότι όλες οι αιματηρές Θυσίες, ακόμα
και οι ανθρώπινες, σε όλα τα μήκη και πλάτη του Πλανήτη, ήταν αυταπάτη όλων
των θρησκευόμενων. Αλλά αν αυτό δεν φτάνει, αν αυτό δεν είναι αρκετό ως
απόδειξη επικοινωνίας, μιας βέβαιης τεχνητής επικοινωνίας με τον κόσμο των
νεκρών, που επιτυγχανόταν κάποτε στο Νεκυομαντείο, πάντα θα υπάρχει
πληθώρα υποστηρικτικών στοιχείων. Ένα τέτοιο αποτελεσματικό στοιχείο, είναι
η δοκιμασία του Χώρου. Η πλέον αδιαμφισβήτητη Απόδειξη, είναι μια απ’
ευθείας Επανάληψη. Μια απ’ ευθείας Επανάληψη του Δρώμενου…….


(Κάποιος Νεάντερνταλ, πρέπει επιτέλους να ανεβεί, και να γνωρίσει από κοντά το
σύγχρονο πυρηνοκίνητο υποβρύχιο)


Ωστόσο, για να επανέλθει ο λόγος στην αρχαία τελετουργία, είναι επιβεβλημένο να
τονιστεί ότι αυτό το φαινομενικά απρόσκωπτο και κατά κάποιο τρόπο τυποποιημένο
εγχείρημα, η Ψυχαγωγία, στην πραγματικότητα ήταν δρώμενο πολύ επικίνδυνο.
Αυτή ήταν και η εμφανής αιτία που υπαγόρευσε, τόσο την υποθετική χρήση και
επικάλυψη της οροφής με Χαλκό, όσο και την πιθανότητα ύπαρξης Πυριτίου στο
δάπεδο – βόθρο. Χωρίς χαλκό το εσωτερικό του Νεκυομαντείου ήταν απροστάτευτο
και εκτεθειμένο σε άμεσο κίνδυνο. Εκτός από την επήρρεια της ηλεκτρομαγνητικής
ακτινοβολίας, συγχρόνως βρισκόταν εκτεθειμένο, και σε μιάν ολόκληρη σειρά
απρόβλεπτων ιονισμών. Αμεσότερα ο κίνδυνος προερχόταν από την διαφορετική
κάθε φορά εκδήλωση των μετεωρολογικών συνθηκών. Ημέρα και Νύχτα.

Ο χαλκός καθιστούσε την Αίθουσα έναν τέλειο αντι-ηλεκτρομαγνητικό Κλωβό. 16

Η υπογραμμισμένη αναφορά του Θεσπρώτιου λέβητα, υποβάλλει την βεβαιότητα
ότι ο περιβόητος λέβητας ήταν Χάλκινος. Ο χάλκινος λέβητας έτσι ή αλλιώς,
εξασφάλιζε μιάν ακίνδυνη προσέγγιση με τις ειδικά διαμορφούμενες συνθήκες του
Χώρου. Δεν θα ήταν, τελείως άστοχο το να υποτεθεί ότι, μέσα σ’ αυτόν τον
Θεσπρώτιο λέβητα, βρισκόταν ο συνδιαλεγόμενος με τους απελθόντες.

Δεν θα ήταν τελείως άστοχο το να υποτεθεί ότι ο εν λόγω (χάλκινος) λέβητας, ήταν
από τα βασικότερα εργαλεία του Θεσπρωτιακού εργαστηρίου. Ότι η χρήση του, ήταν
στην αποκλειστική σκοπιμότητα μιας, εκπληκτικής επιστημονικής πρακτικής.
Στον εν λόγω λέβητα δεν μπορεί να υποτεθεί ότι με τον ένα ή τον άλλον τρόπο, κατά
την επιτέλεση του Δρώμενου, εισερχόταν ενδεχομένως κάποια ‘’σκιά,’’ ακριβώς
γιατί η ‘’σκιά,’’ δεν ήταν κάτι αυτοκίνητον, αλλά υπάκουε σε ανθρώπινα
κελεύσματα. Ένα ακόμη στοιχείο που ήρθε στο φως από τις ανασκαφές, χρήζει
σπουδής ιδιαίτερης. Ο σημερινός επισκέπτης του Νεκυομαντείου, έχει την
δυνατότητα και την ευχέρεια περιφερόμενος στον χώρο, να συναντήσει, ακόμη και να
ψηλαφίσει, μερικά πήλινα θραύσματα, πάχους περίπου δέκα εκατοστών, τα οποία
είναι διάτρητα από μικρές τρύπες, από μικρές οπές, τόσης διαμέτρου, περίπου όσης
είναι η διατομή, ενός κοινού μολυβιού γραφής. Αυτές οι τρύπες ασφαλώς είχαν
χρηστική παρουσία, αυτές οι τρύπες ασφαλώς ήταν εργαλείο του Θεσπρωτιακού
εργαστηρίου. Ενδεχόμενη αντίθετη εκτίμηση, δεν θα απέφευγε τον κίνδυνο πλάνης
επικρεμμάμενης. Λόγοι τελείως υποκειμενικοί, προτρέπουν και οδηγούν, στην
ακόλουθη ερμηνεία. Οι μικρές ακανόνιστες άλλωστε τρύπες, δεν δημιουργήθηκαν
στον πηλό τυχαία, αλλά και βεβαιότατα δεν αποτελούν διακοσμητικό τεχνούργημα.
Κάτι εξυπηρετούν. Σε κάτι ειδικό, ιδιαίτερο και εξεζητημένο, αποβλέπουν.

Τι θα ήταν λοιπόν δυνατόν να περνάει, να διατρέχει, μέσα από τις μικρές οπές;
Το πολύτιμο κείμενο του Παυσανία, το σχετικό με το Λεβαδειακό μαντείο, κατά την
πρωτόγνωρη εκείνη και αινιγματική μαρτυρία, οδηγεί σε τουλάχιστον λογικούς, αν
όχι συνάμα και άσφαλτους συνειρμούς. Εκείνοι λοιπόν που αναζητούσαν τον τάφο
μαντείο του επώνυμου ήρωα Τροφώνιου, έγιναν κοινωνοί της εξής εκπληκτικής
εμπειρίας:

«…τό δέ μαντείον οί Βοιωτοί τούτο ούν πεπυσμένοι
πρότερον έπ’ αίτία τοιάδε έγνωσαν. θεωρούς άφ’
έκάστης πόλεως άνδρας άποστέλλωσιν ές Δελφούς,
ού γάρ δή σφισιν έτος δεύτερον ύεν ό θεός. τούτοις
αίτούσιν έπανόρθωμα τού αυχμού προσέταξεν ή Πυθία
παρά Τροφώνιον ές Λεβάδειαν έλθούσιν εύρασθαι παρά
έκείνου τό ίαμα. ώς δέ ές τήν Λεβάδειαν έλθόντες
ούκ έδύναντο εύρείν τό μαντείον, ένταύθα τών έξ
Άκραιφνίου πόλεως Σάων_ούτος δέ ήν καί ήλικία
τών θεωρών πρεσβύτατος_είδεν έσμόν μελισσών,
καί παρέστη οί, όποι ποτ’ άν άποτράπονται, καί
αύτός έπεσθαι. αύτίκα δή τάς μελίσσας ές τούτο έσπε-
τομένας όρά τής γής, καί συνεσήλθέ σφισιν ές τό 
μαντείον. τούτον τόν Σάωνα καί τήν ίερουργίαν τήν
καθεστηκυίαν,καί όπόσα περί τό χρηστήριον δρώσιν
άλλα, διδαχθήναι παρά τού Τροφωνίου φασίν…» 17


…Τούτο το μαντείο οι Βοιωτοί, δεν το είχαν ακούσει προηγουμένως και το έμαθον εκ
της εξής αιτίας. Από κάθε πόλιν έστειλαν εις τους Δελφούς απεσταλμένους ονομα-
ζομένους Θεωρούς διότι επί δύο έτη, δεν έβρεξεν ο θεός εις τον τόπον των. Ενώ λοιπόν
αυτοί εζήτουν θεραπείαν του κακού της ανομβρίας, η Πυθία παρήγγειλε να υπάγουν εις
τον Τροφώνιον, εις την Λεβάδειαν, και να ζητήσουν να μάθουν από εκείνον την
θεραπείαν. Όταν ήλθον εις την Λεβάδειαν, δεν ηδύνατο να εύρουν το μαντείο, και τότε
ένας κάτοικος της πόλεως του Ακραιφνίου, Σάων ονομαζόμενος, ο οποίος ήτο και κατά
την ηλικίαν μεγαλύτερος από όλους τους Θεωρούς, είδε ένα σμήνος μελισσών, ( και
είπεν ) όπου πηγαίνουν αι μέλισσαι να τας ακολουθούν και αυτοί. Αμέσως λοιπόν
βλέπουν ότι αι μέλισσαι επετούσαν και επήγαιναν εις εκείνο το μέρος της γής, και
εισέρχεται μαζί με αυτάς εις το μαντείον. Αυτός ο Σάων λέγουν ότι και την
καθιερωμένην ιεράν τελετήν και όσα άλλα πράττουν εν σχέσει προς το μαντείον, τα
εδιδάχθει από τον Τροφώνιον…
 (μετ. εκδ. Πάπυρος)

Κάποια περισσότερο περίεργη μαρτυρία Σχολιαστή, γίνεται αληθινά καταυγαστική.

«…απορούμενοι δέ πού άν είη τό μνήμα αυτού (τού Τροφωνίου) εντυχόντες
μελισσών σμήνει ανιόντι από τού χάσματος, έγνωσαν τούτον είναι τόν τόπον τού
μνήματος…» 18


Η πρόταση προκαλεί πλείστη απορία. Κατάλαβαν ότι εκεί ήταν ο τάφος, επειδή από
εκεί, έβγαιναν ή έμπαιναν μέλισσες. Υπήρχε άραγε εποχή που μέσα στους
ανθρώπινους τάφους ήταν εγκατεστημένες μέλισσες;
Το εν λόγω Θέμα διαπραγματεύεται διεξοδικά στην Πραγματεία:
ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ‘’Το Άντρον του Τροφωνίου’’
Εκδ. Εύανδρος Σελ.234-244)
Η ερμηνευτική πρόταση, που αφορά τα πήλινα θραύσματα με τις μικρές οπές - τρύπες
έχει ως εξής: Με κάθε βεβαιότητα τα σημερινά θραύσματα κάποτε αποτελούσαν ένα
ενιαίο «πλέγμα» υπέρθυρο ή έστω παράθυρο, μέσα από το οποίο μπαινόβγαιναν στο
Νεκυομαντείο μέλισσες. Η πρόταση δεν υποστηρίζεται μόνον από την συμμετρία του
Λεβαδειακού μαντείου – τάφου, αλλά και από την αινιγματική παρουσία σε όλους
σχεδόν τους ασύλητους τάφους, χρυσών μελισσών. Γιατί λοιπόν έπρεπε όλοι οι τάφοι
να έχουν, ως περίπου απαραίτητα κτερίσματα, χρυσές μέλισσες; Τι ακριβώς εννοείται
με την αιωρούμενη έννοια: ‘’οι θεοί τρώνε αμβροσία και πίνουν νέκταρ;
Τι είναι ακριβώς το νέκταρ; Πώς παράγεται; Μήπως η καθοριστική απάντηση
βρίσκεται στο ενδιάμεσου των όρων νεκρός και νέκυς; Ίσως θα έπρεπε και να
παρατηρηθεί, αλλά και να προβληματίσει ότι ανάμεσα στις λέξεις – όρους νεκρός και νέκυς, το μοναδικό όσο και αποκλειστικό παράγωγο είναι το νέκταρ.

Βεβαίως το Νεκυομαντείο της Θεσπρωτίας δεν φέρεται ως χώρος ταφής, και αυτό
αποτελεί ισχυρό ανάχωμα στην πρόταση, αλλά σ’ αυτόν τον άμεσα συγγενή
«νεκρικό» τόπο, χυνόταν το παραγωγικό σε νέκταρ, πολύτιμο αίμα της Ψυχαγωγίας.
( Σε τελευταία ανάλυση ένας ακόμη άστοχος, έστω και βλακώδης λόγος, δεν
πρόκειται να επιβαρύνει ανεπανόρθωτα την ήδη τρωθείσα αξία του περιφανούς
μνημείου.)

Παράλληλα η πιθανή επίστρωση του δαπέδου με Πυρίτιο, αποτελούσε προϋπόθεση
ώστε να παραχθεί εκείνη η αναφερόμενη σε κείμενα, αλλά και παρατηρημένη κατά
τον χρόνο του δρώμενου έμφαση φωτός περίαυγη. Όλος ο υπόγειος χώρος της
γνωστής σημερινής αίθουσας, το πάλαι ποτέ, ανάκτορον, και βασίλειον με την
κατάσπειση, με το ράντισμα του αίματος πλυμύριζε από Φως.
Κατά τον κρίσιμο χρόνο της Φωνής, επικρατούσε έντονη φωταύγεια.
Ένα αληθινό μαντείο λειτουργούσε εκεί.
Τονίστηκε ότι ο τάφος στην αρχαία Ελλάδα συνεπαγόταν αιρετό μάντευμα, αλλά και
το κάθε μάντευμα ήταν προϊόν τάφου.
Κανένας χρησμός δεν δόθηκε στην αρχαία Ελλάδα, έξω ή μακρυά από Τάφο.
Όλοι οι χρησμοί δόθηκαν σε τάφους. Την ώρα της αιματηρής Θυσίας, ένα βέβαιο
Φώς πλημμύριζε τον κάθε μαντικό Τάφο. Ο όρος το επιβεβαιώνει: Τα-φως.
Τέτοιες βεβαιωμένες εμπειρίες μεταφέρουν τα Κείμενα των Λεξικογράφων.

‘’ τό δέ πάν χωρίον, 
καί χρηστήριον καί μαντείον καί άνάκτορον.’’






Επίλογος


Πολλοί είναι οι αρχαιολογικοί Χώροι, στους οποίους, είτε λόγω ασφαλείας,
(Ασκληπιείον Δελφών), είτε λόγω βλακείας, (κοντινή φωτογράφηση στον
Παρθενώνα επί ποινή τουφεκισμού) η προσέγγιση είναι απαγορευμένη.
Στους Δελφούς, μια προειδοποιητική πινακίδα θα ήταν αρκετή, ώστε να επισημάνει
έναν πιθανό κίνδυνο κατολίσθησης ανάμεσα στις Φαιδριάδες. Θεωρείται από άδικη
έως απαράδεκτη η απαγόρευση πρόσβασης στην πηγή Κασταλία. Η Δελφική Χώρα
είναι πάνω απ’ όλα Τ-όπος Ιερός. Τόπος ευλαβούς επίσκεψης. Κανείς δεν έχει
δικαίωμα να «οικειοποιείται» τέτοιους χώρους. Το Κ.Α.Σ. είναι απλός διαχειριστής
της Πατρώας κληρονομιάς, και οφείλει να παίρνει τις πλέον ευαίσθητες αποφάσεις.
Μια απαγόρευση προσέγγισης στις Φαιδριάδες, με το αιτιολογικό του υποθετικού
κινδύνου από πιθανή κατακρήμνιση, προκαλεί θυμηδία. Η πληροφοριακή Πινακίδα
που ήδη βρίσκεται τοποθετημένη εκεί, είναι αρκετή, ώστε ο κάθε θιγγάνων τον χώρο,
να επωμίζεται αυτομάτως και τους πιθανούς κινδύνους. Αν όχι, τότε με την ίδια
συλλογιστική θα πρέπει να απαγορευτεί και η επίσκεψη στην Σαντορίνη, επειδή ο
κίνδυνος ενός σεισμού πάντα πλανιέται πάνω από το όμορφο κυκλαδίτικο νησί.
Ο Παρθενώνας μας δεν θα πάθει απολύτως τίποτα, αν ένας επισκέπτης που ξεκίνησε
από τα πέρατα της Γης, για ένα καθαρό προσκύνημα, βγάλει μια φωτογραφία κοντά
στο Πανανθρώπινο Μνημείο.

Εντελώς αντίθετα η ελεύθερη είσοδος στο πλέον ζωντανό μνημείο της Χώρας, είναι
αληθινή εγκληματική πράξη. Το να κατεβαίνει ο οποιοσδήποτε στο όντως ών έν
δυνάμει Νεκυομαντείο
, και να ασχημονεί ή να βεβηλώνει εκεί ποικιλλότροπα, και
ποικιλλόμορφα, από απόψη κρίσεως των ιθυνόντων αγγίζει τα όρια του εξωφρενικού.
Το αρχαίο Νεκυομαντείο είναι ανάγκη να κλείσει. Είναι ανάγκη η είσοδος εκεί να
γίνεται τουλάχιστον με επιλογή επίσκεψης, και πάντα με συνοδεία αρχαιοφύλακος.
Σε τελευταία ανάλυση η επίσκεψη στην υπόγεια αίθουσα, είναι πολύ εύκολο να
αντικατασταθεί, από μια σύγχρονη Εικονική Πραγματικότητα.


Βαλλάς Στάθης
"Αἰὲν ἀριστεύειν καὶ ὑπείροχον ἔμμεναι ἄλλων, μηδὲ γένος πατέρων αἰσχυνέμεν»..

ΟΜΗΡΟΣ Ιλιάδα, Ζ 208
ΠΗΓΗ :http://www.fourakis-kea.com/forum/viewtopic.php?f=12&t=5908


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου